Η θεραπεία μείωσε τη φλεγμονή που προκύπτει όταν ένα ηλικιωμένο ανοσοποιητικό σύστημα παλεύει με ένα νέο παθογόνο – Χρειάζονται προκλινικές και κλινικές μελέτες για να διαπιστωθεί αν αυτή η προσέγγιση μπορεί να είναι εφικτή στον άνθρωπο
Μελέτη που διεξήχθη σε ποντίκια από την Ιατρική του Στάνφορντ και τα Εργαστήρια Rocky Mountain του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας των ΗΠΑ και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature, παρέχει ενδείξεις ότι ίσως μια μέρα είναι δυνατόν να αναζωογονηθεί το ανοσοποιητικό σύστημα των ηλικιωμένων με μια θεραπεία που ρυθμίζει τη σύνθεση ενός τύπου ανοσοποιητικού κυττάρου.
Καθώς το ανοσοποιητικό μας σύστημα αντιμετωπίζει όλο και περισσότερες προκλήσεις από άγνωστα βακτήρια και ιούς, ο εμβολιασμός στους ηλικιωμένους δεν είναι τόσο αποτελεσματικός όσο στους νεότερους και νέοι παθογόνοι μικροοργανισμοί μπορούν να επιβληθούν τρομακτικά γρήγορα.
Τα κύτταρα στα οποία στόχευσαν οι ερευνητές είναι ένα υποσύνολο των λεγόμενων αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων ή HSC, που δημιουργούν όλους τους άλλους τύπους κυττάρων του αίματος και του ανοσοποιητικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένων των Β και Τ λεμφοκυττάρων. Καθώς γερνάμε, τα HSC αρχίζουν να ευνοούν την αυξημένη παραγωγή άλλων ανοσοποιητικών κυττάρων (μυελοειδή κύτταρα) έναντι των λεμφοκυττάρων και αυτή η μετατόπιση εμποδίζει την ικανότητά μας να αντιδρούμε πλήρως σε νέες ιικές ή βακτηριακές απειλές και καθιστά την αντίδρασή μας στον εμβολιασμό πολύ λιγότερο ισχυρή από εκείνη των νεότερων ανθρώπων.
Η θεραπεία με ένα αντίσωμα που δόθηκε κατά την έρευνα, το οποίο στόχευε για καταστροφή τα γηρασμένα κύτταρα, βελτίωσε σημαντικά την ικανότητα του ανοσοποιητικού συστήματος των ηλικιωμένων ζώων να αντιμετωπίσει ένα νέο ιό, καθώς και να ανταποκριθεί στον εμβολιασμό, επιτρέποντάς τους να καταπολεμήσουν μια νέα απειλή μήνες αργότερα. Η θεραπεία μείωσε επίσης τη φλεγμονή που προκύπτει όταν ένα ηλικιωμένο ανοσοποιητικό σύστημα παλεύει με ένα νέο παθογόνο.
«Αν μπορέσουμε να αναζωογονήσουμε το γηράσκον ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα, όπως κάναμε στα ποντίκια, αυτό θα μπορούσε να είναι σωτήριο όταν εμφανιστεί το επόμενο παγκόσμιο παθογόνο», επισημαίνει ο Ίρβινγκ Βάισμαν, καθηγητής Παθολογίας και Εξελικτικής Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και ένας από τους επικεφαλής συγγραφείς της έρευνας. Ο Βάισμαν ήταν ο πρώτος που απομόνωσε τα HSC σε ποντίκια και ανθρώπους στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Χρειάζονται προκλινικές και κλινικές μελέτες για να διαπιστωθεί αν αυτή η προσέγγιση μπορεί να είναι εφικτή στον άνθρωπο. Πάντως, σε συνοδευτικό άρθρο που δημοσιεύεται στο Nature, οι Γιάσαρ Αρφάτ Κασού και Ρόμπερτ Σάινερ από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Σαν Ντιέγκο, προειδοποιούν ότι η αύξηση της παραγωγής λεμφοειδών κυττάρων σε ηλικιωμένους ενήλικες θα μπορούσε ενδεχομένως να αυξήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης όγκων (όπως λευχαιμία), οι οποίοι έχει αποδειχθεί ότι καταστέλλονται από τη μειωμένη λεμφική παραγωγή. «Ωστόσο, η επιβάρυνση από τον αυξημένο κίνδυνο λεμφογενούς λευχαιμίας θα μπορούσε να αντισταθμιστεί από τη μεγαλύτερη προστασία από λοιμώξεις και τον μειωμένο κίνδυνο άλλων καρκίνων, που θα προέκυπτε από την ενισχυμένη ανοσολογική επιτήρηση», προσθέτουν.