Οι εταιρίες εισαγωγής παρουσίαζαν ότι τα προϊόντα τους διαθέτουν χαρακτηριστικά, που στην πραγματικότητα στερούνταν, με αποτέλεσμα να ενταχθούν σε άλλη κατηγορία από αυτή που ανήκουν
Στην εξιχνίαση κακουργηματικής απάτης σε βάρος του ΕΟΠΥΥ από εταιρίες εισαγωγής και εμπορίας ιατροτεχνολογικών υλικών, και συγκεκριμένα επιθεμάτων, προχώρησε η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας.
Για την υπόθεση σχηματίσθηκε δικογραφία σε βάρος των νόμιμων εκπροσώπων 227 εταιριών, ενώ εξιχνιάστηκαν περισσότερες από 71.000 περιπτώσεις παράνομων εκτελέσεων συνταγογραφήσεων, από τις οποίες επήλθε ζημία στον Οργανισμό, ύψους 8.237.193,71 ευρώ.
Σύμφωνα με την Αστυνομία από την έρευνα προέκυψε ότι οι εταιρίες, που εισήγαγαν τα επιθέματα για την περαιτέρω διακίνησή τους, το διάστημα 2017-2019, ενέτασσαν τα προϊόντα τους σε υποκατηγορίες ιατρικού υλικού που αποζημιώνεται από τον Οργανισμό, χωρίς να πληρούνται οι απαιτούμενες προδιαγραφές, με σκοπό την επίτευξη υψηλότερης αποζημίωσης από την πραγματικά δικαιούμενη.
Ειδικότερα, εκμεταλλευόμενες την πίεση που δημιουργήθηκε κατά την έναρξη λειτουργίας του σχετικού μητρώου, οι εταιρίες εισαγωγής παρουσίαζαν ότι τα προϊόντα τους διαθέτουν χαρακτηριστικά, που στην πραγματικότητα στερούνταν, με αποτέλεσμα να ενταχθούν σε άλλη κατηγορία από αυτή που ανήκουν.
Στη συνέχεια, οι εταιρίες παροχής προμηθεύονταν τα επιθέματα και τα διέθεταν σε ασθενείς, κατά την εκτέλεση συνταγογραφήσεων, τα οποία, όμως, δεν κάλυπταν τις θεραπευτικές ανάγκες τους και, μάλιστα, ήταν δυνητικά επιβλαβή για την υγεία τους.
Από τις έως τώρα έρευνες, έχουν εντοπιστεί 101 υλικά που έχουν ενταχθεί σε υποκατηγορίες διαφορετικές από αυτές που ανήκουν, ενώ 40 από αυτά αφαιρέθηκαν από το μητρώο, καθώς δεν μπορούσαν εξαρχής να ενταχθούν σε καμία υποκατηγορία.
Η σχηματισθείσα δικογραφία υποβλήθηκε στην αρμόδια Εισαγγελία.
Από την Αστυνομία υπενθυμίζεται ότι οι πολίτες μπορούν να επικοινωνούν, ανώνυμα ή επώνυμα, στον τηλεφωνικό αριθμό 11012 ή στη διαδικτυακή πύλη του Ελληνικού Κράτους (gov.gr) «Καταγγελία για οικονομικά εγκλήματα», για να παρέχουν πληροφορίες ή να καταγγέλλουν παράνομες και επίμεμπτες ενέργειες ή δραστηριότητες κατά του τομέα της οικονομίας, της δημόσιας περιουσίας, καθώς και της κοινωνικής και ασφαλιστικής πρόνοιας και των δικαιωμάτων.