Ο Γιώργος Χελάκης γράφει για την επίθεση της κυβέρνησης σε ένα από τα τελευταία κρατικά μονοπώλια της ελληνικής οικονομίας, αδιαφορώντας για την αντισυνταγματικότητα του νομοθετήματός της
Η Νέα Δημοκρατία δεν κρύφτηκε. Μίλησε για αναθεώρηση του άρθρου 16, ήδη από την επόμενη μέρα των βουλευτικών εκλογών του περασμένου Μαΐου. Προσέξτε τώρα τι έκανε. Μέσα στην εξεταστική κατέθεσε το νομοσχέδιο με το ψευδώνυμο περί «Μη κερδοσκοπικών Πανεπιστημίων». Ηξερε ότι θα υπάρξουν σφοδρές αντιδράσεις και θέλησε να υπονομεύσει τους αγώνες των φοιτητών λέγοντας ότι χάνουν την εξεταστική με δική τους ευθύνη. Η γενιά που βίωσε τον περιορισμό της πρόσβασης στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση με την εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής, καθώς και τον συνεχή οικονομικό στραγγαλισμό των οικογενειακών εισοδημάτων και της αποξένωσης της πανδημίας του Covid-19, κινητοποιήθηκε σε μεγάλες διαδηλώσεις. Η τελευταία στο Σύνταγμα, την ώρα που ψηφιζόταν το νομοσχέδιο, πνίγηκε στα χημικά και στο ξύλο από τις αστυνομικές δυνάμεις.
Ο τρόπος σύστασης των ιδιωτικών πανεπιστημίων ακολουθεί τη νομική μορφή με την οποία λειτουργεί ήδη ο ιδιωτικός τομέας, καθώς και τα κολλέγια μετα-δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης- στη χώρα, και παρά τη ρητορική για την ίδρυση παραρτημάτων εγκεκριμένων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων του εξωτερικού στην Ελλάδα, οι βασικές απαιτήσεις λειτουργίας τους περνάνε μέσα από την εξασφάλιση οικονομικών εγγυήσεων από τις ελληνικές τράπεζες, χωρίς να γίνεται σαφής αναφορά στη συνεισφορά ξένου κεφαλαίου για την ίδρυσή τους. Αντίθετα, αναφέρεται η προϋπόθεση της εξασφάλισης βασικής υλικοτεχνικής υποδομής τους (εργαστήρια, βιβλιοθήκη κ.λπ. βάσει του προγράμματος σπουδών), ο ελάχιστος αριθμός μελών ΔΕΠ ορίζεται στους 30 (θέτοντας έτσι και ένα δυνητικό όριο για τα δημόσια ιδρύματα), καθώς και καταβολή παραβόλου ύψους 500.000 ευρώ, χωρίς να ρυθμίζονται άλλες προϋποθέσεις ελάχιστου κεφαλαίου για την ίδρυση και τη λειτουργία τους.
Εφόσον όμως η κυβέρνηση προσβλέπει στην συνολική αναβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης συμπεριλαμβανομένων και των δημοσίων ΑΕΙ, γιατί θέτει τόσο χαμηλά τον πήχη και βάζει τόσα λίγα προαπαιτούμενα για την ίδρυση των ιδιωτικών ΑΕΙ; Σύμφωνα με τελευταία δημοσιεύματα, έχει ήδη δρομολογηθεί η δημιουργία της πρώτης ιδιωτικής ιατρικής σχολής στην περιοχή του Ελληνικού μέσω του πανεπιστημίου Λευκωσίας (UNIC) συμφερόντων της CVC Capital partners, η οποία μεταξύ άλλων έχει εξαγοράσει την ΔΕΗ αλλά και μεγάλες κλινικές στην Ελλάδα. Συνεπώς, είναι φανερό ότι μέσω της διάλυσης των ενιαίων πτυχίων ανά ειδικότητα και την υπερεξειδίκευση τους, τα ιδιωτικά ΑΕΙ έχουν στόχο την παραγωγή αποφοίτων με τόσο περιορισμένα επαγγελματικά δικαιώματα που η μόνη τους δυνατότητα για απορρόφηση θα είναι στις υπόλοιπες εταιρείες του ομίλου χωρίς πραγματική δυνατότητα για διαπραγμάτευση των μισθών τους. Έτσι λοιπόν το νομοσχέδιο που έγινε ήδη νόμος του Κράτους, το μόνο που κάνει είναι να ανοίγει έναν νέο πεδίο κερδοφορίας για τις ίδιες εταιρείες που κατέχουν ήδη μονοπωλιακές θέσεις σε κάθε τομέα παραγωγής στην Ελλάδα, ενώ η θεωρία του ερχομού μεγάλων ιδιωτικών ΑΕΙ από το εξωτερικό (Yale, Harvard) αποδεικνύεται όνειρο θερινής νυκτός.
Την ίδια στιγμή, τα δημόσια πανεπιστήμια υφίστανται τις συνέπειες της χρόνιας υπο-χρηματοδότησης και κουρέματος των αποθεματικών τους, που έχει οδηγήσει στην εγκατάλειψη των κτιριακών υποδομών, τη συρρίκνωση της φοιτητικής μέριμνας σε στέγαση και σίτιση και τη μονιμοποίηση ελαστικών καθεστώτων εργασίας για διοικητικούς και ερευνητές. Υπο-χρηματοδότηση, που έχει ταυτίσει πλέον τη βιωσιμότητα των πανεπιστημίων με τη διαρκή ανάγκη εξασφάλισης πόρων για έρευνα και υποστηρικτικό διδακτικό προσωπικό μέσα από ευρωπαϊκά και ελληνικά προγράμματα χρηματοδότησης, αλλά και την εξάπλωση διδάκτρων στα μεταπτυχιακά προγράμματα. Το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε τελικά συμβαδίζει απόλυτα με την νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης, η οποία απελευθερώνει οποιαδήποτε αγορά στην οποία υπάρχει περιθώριο υπερκερδών από την εγχώρια ολιγαρχία. Κάπως έτσι άρχισε η επέλαση του ιδιωτικού κεφαλαίου, σε ένα από τα τελευταία κρατικά μονοπώλια της ελληνικής οικονομίας.