Η Άννα Ρούτση επισκέφθηκε το φιλόξενο στούντιο της νεαρής σχεδιάστριας και συζήτησε μαζί της για καρπούς και βότανα, πρώτες ύλες από την Ελλάδα που συχνά μένουν αναξιοποίητες, την εκπαίδευση, τη σοφία των μεγαλύτερων που πρέπει να μεταδοθεί και να διασωθεί, τα ταξίδια που ανοίγουν τεράστιες προοπτικές και εμπειρίες ζωής, αλλά και τον τρόπο να σχεδιάζει κανείς ρούχα που φοριούνται από τρεις γενιές ανθρώπων!

Δεν σπάει τίποτε εδώ μέσα, μην ανησυχείς! μου λέει η Χριστιάνα Βαρδάκου, καθώς μας υποδέχεται, μαζί με τον υπέροχο σκύλο της, στο ατελιέ της. Ένας χώρος κουκλίστικος, με ζεστά χρώματα και γλυκύτατος, όπως και η Χριστιάνα με τις συνεργάτιδές της, Ματίλντα Πιζάντε και Βιολέτα Κότση. Αυτό είναι το εργαστήρι με τους πάγκους εργασίας και τον αργαλειό, το πωλητήριο, ο χώρος σεμιναρίων και η κουζίνα γεμάτη καρπούς, φυτά, βότανα για τις φυσικές βαφές. Κιμονό, φορέματα, μπλούζες, εσάρπες και μαντήλια, από μετάξι Σουφλίου, λινό και βαμβάκι, με απαλά ή εντονότερα χρώματα και σχέδια που πραγματικά δημιουργούν εκπλήξεις, αλλά και την αίσθηση της γαλήνης και της ευχαρίστησης!

Η Χριστιάνα στα 18 της πήγε στο Λονδίνο και σπούδασε art and design στο Chelsey College of Arts. Έμαθε σκηνικά, κοστούμια, αρχιτεκτονική, ζωγραφική, μόδα γλυπτική και επέλεξε το ύφασμα, με το οποίο μπορούσε ζωγραφίζοντας να μπει στο χώρο της τέχνης, της διακόσμησης και της μόδας παράλληλα. «Εξειδικεύτηκα στο print και τις βαφές και μετά στη βιωσιμότητα.  Διάβασα  σε ένα βιβλίο ότι όταν βάφεις με αβοκάντο βγαίνει ροζ χρώμα και μου έκανε εντύπωση. Άρχισα να πειραματίζομαι λοιπόν με ο,τιδήποτε στην κουζίνα και στον κήπο μου στο Λονδίνο κι έτσι μπήκα στο χώρο των φυτικών βαφών. Αυτό που με εντυπωσίαζε ήταν ότι ό,τι χρώματα βάλεις μαζί, ταιριάζουν όπως συμβαίνει και στη φύση και ταυτόχρονα είναι καλύτερα για το περιβάλλον, για μένα ως σχεδιάστρια που χρησιμοποιώ καλά υλικά και βέβαια για τους καταναλωτές που φορούν καλά υφάσματα για το δέρμα τους», μας λέει.

Στο φιλόξενο στούντιο της Χριστιάνας, όπου μπορείς να διαλέξεις, να αγγίξεις, να μυρίσεις, να πειραματιστείς, αλλά και να δώσεις δεύτερη ζωή στα ρούχα σου, κουβεντιάσαμε για το μικρό-μεγάλο θαύμα των φυτικών βαφών, τις πρώτες ύλες από την Ελλάδα, την εκπαίδευση, τη σοφία των μεγαλύτερων που πρέπει να μεταδοθεί και να διασωθεί, τα ταξίδια που ανοίγουν τεράστιες προοπτικές και εμπειρίες ζωής, αλλά και τον τρόπο να σχεδιάζει κανείς ρούχα που φοριούνται από τρεις γενιές ανθρώπων!

Η Χριστιάνα Βαρδάκου (μέση) με τις συνεργάτιδές της  Ματίλντα Πιζάντε και Βιολέτα Κότση και φυσικά τον υπέροχο σκύλο της και μασκότ του ατελιέ!

Πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με τις φυτικές βαφές;

Χ.Β. Τελείωσα τις σπουδές μου στο Λονδίνο το 2018 και είχα κουραστεί. Εν τω μεταξύ είχα βρει δουλειά σε print studio και συμφώνησα να πάω πρώτα στη ΝΑ Ασία και να ξεκινήσω εκεί από τη νέα χρονιά. Ξεκίνησα με την Ταϊλάνδη και πήγα Λάος, Βιετνάμ, Καμπότζη, Μαλαισία, Βιρμανία, Ινδονησία, για να μάθω τις παραδοσιακές  τεχνικές ύφανσης, βαφών, κεντήματος, απλικέ, μπατίκ – ό,τι υπήρχε σε σχέση με ύφασμα, το έκανα! Μου έλεγαν πχ ότι κάπου υπάρχει μια γιαγιά που κάνει μια ειδική τεχνική; Πήγαινα αμέσως εκεί για να μάθω! Τον Δεκέμβριο άρχισαν να καταφτάνουν τα μέηλ από τη δουλειά, αλλά εγώ δεν ήθελα πια να πάω. Είχα δει στο μεταξύ στούντιο, πχ στην Ταϊλάνδη, με 5 γυναίκες – η μία έβαφε με φυτικές βαφές, η επόμενη ύφαινε, η τρίτη έκανε πατρόν και σχεδιασμό, η τέταρτη έραβε και η πέμπτη πωλούσε στο μαγαζί κι έκανε σεμινάρια. Μου άρεσε πώς έτρωγαν όλες μαζί, έκαναν πράγματα εκτός δουλειάς μαζί, σαν οικογένεια, και παράλληλα ήταν ένας χώρος, όπου έβλεπες όλη την παραγωγή. Όταν το είδα αυτό, δεν μπορούσα να με φανταστώ πίσω στο Λονδίνο! Ονειρευόμουν να έχω κι εγώ ένα τέτοιο στούντιο. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα πια το 2019 το είπα στους γονείς μου, οι οποίοι φρικάρανε! Τους εξήγησα γιατί είναι σημαντικό για μένα και ξεκίνησα μόνη μου, να συνεργάζομαι με αρχιτέκτονες και να κάνω συγκεκριμένα αντικείμενα στον αργαλειό με φυτικές βαφές:  χαλιά διαδρόμων, κουρτίνες κλπ. Αυτό σταδιακά μεγάλωνε και τώρα έχω τις δύο συνεργάτιδές μου και το στούντιο που ονειρευόμουν.

Στην κουζίνα σου βλέπουμε γνωστά ή και λιγότερο γνωστά βότανα και φυτά. Θα μας εξηγήσεις τη μαγική αυτή διαδικασία της βαφής με αυτά τα υλικά;

Χ.Β. Τα χρώματα είναι ένας μικρός κόσμος, όπου το καθετί παίζει το ρόλο του. Αυτός ο χώρος είναι γεμάτος εκπλήξεις, ποτέ δεν είσαι σίγουρος αν θα βγει αυτό που έχεις στο μυαλό σου κι αν θα σου  αρέσει. Μπορεί αυτό να είναι αγχωτικό, όταν έχουμε προθεσμίες και παραγγελίες, αλλά είναι ζωντανό από μόνο του, κάπως σε διαλέγει αυτό, όχι εσύ. Κάποιες φορές μαζεύουμε εμείς φυτά, συνδέεσαι και με τη φύση έτσι. Στο αυτοκίνητο έχω πάντα  καλαθάκια και όταν δω κάτι που βάφει, θα το κόψω να το δοκιμάσω. Άλλες φορές παίρνουμε από μέρη με βότανα ή από ανθοπωλεία. Η διαδικασία βαφής συνδέεται με το μαγείρεμα, παίρνεις πχ τον ιβίσκο, φρέσκο ή ξηρό, βάζεις μια κατσαρόλα νερό και βγάζει σιγά σιγά χρώμα. Υπάρχει μια διαδικασία σταθεροποίησης, επίσης με φυσικό τρόπο και μετά βάζεις το ύφασμα στη βαφή. Ακολουθούν πολλές τεχνικές μετά, για πολυχρωμία, μπατίκ, ecoprinting, bandle line που ξεκίνησε από μια γυναίκα από την Αυστραλία, όπως βάφαμε τα αυγά με κρεμμύδια ή βάζαμε καλσόν με λουλούδι για να βγει το αποτύπωμα. Όλα αυτά μου αρέσουν πολύ, γιατί ενώ ξέρω τι χρώμα βγάζει κάθε φυτό, όταν ακουμπούν μεταξύ τους αλληλοεπιδρούν και βγαίνουν διάφορα σχήματα και χρώματα! Για παράδειγμα, ο ιβίσκος συνήθως βγάζει μωβ, αλλά αν ακουμπήσει πάνω στο χαμομήλι βγάζει πράσινο. Το κατάλαβα μετά από πολλές προσπάθειες. Τώρα το πώς βγαίνουν τα διάφορα σχέδια: Βάζεις τα λουλούδια σου στο ύφασμα, προσθέτεις λευκό ξύδι, το ρολάρεις και το βάζεις στον ατμό. Έτσι το χρώμα και το σχήμα κάθε φυτού αφήνει αποτύπωμα στο ύφασμά σου. Το καθετί λοιπόν είναι διαφορετικό και μοναδικό.

Φυσικά υλικά, αγνές πρώτες ύλες και η ζεστή, γήινη ατμόσφαιρα κυριαρχεί στο ατελιέ της νεαρής σχεδιάστριας που αγαπά τη μόδα και το περιβάλλον….

Αγαπάς πολύ τα ταξίδια. Έπαιξαν ρόλο σε όλα αυτά;

Χ.Β. Φυσικά! Το ταξίδι μου δίνει δύναμη, είμαι εντελώς συγκεντρωμένη στο τι μαθαίνω εκεί και μετά έρχομαι πίσω κουβαλώντας πολλές ιδέες. Πχ το ταξίδι μου στην Ιαπωνία μου έμαθε πράγματα για το indigo που κάνει το μπλε χρώμα. Στο μέλλον θέλω να πάω στο Μαρόκο για βαφές και στο Περού για βαφές και ύφανση.

Τι υφάσματα χρησιμοποιείς και πώς διασφαλίζεις ότι έχουν παραχθεί στην Ελλάδα και με σωστό τρόπο;

Χ.Β. Χρησιμοποιούμε μόνο οργανικά υφάσματα, οι φυτικές βαφές δεν πιάνουν σε συνθετικά και εξάλλου δεν θέλω συνθετικά υφάσματα. Χρησιμοποιούμε κυρίως βαμβάκι, λινό και μετάξι. Το μετάξι έρχεται από το Σουφλί, συνεργαζόμαστε με τον παραγωγό, έχω δει όλη τη διαδικασία με τους μεταξοσκώληκες, νιώθω ότι ξέρω ακριβώς τι περνάει για να βγει το μετάξι. Το βαμβάκι και το λινό το παίρνουμε από ένα εργοστάσιο στην Τρίπολη που επίσης έχω επισκεφθεί. Το μετάξι και το βαμβάκι έρχονται άβαφα στο φυσικό τους μπεζ χρώμα, επίσης το λινό είναι γκρι και τα βάφουμε εδώ.

Όσον αφορά τις πιστοποιήσεις, είναι μεγάλη πρόκληση. Στην  αρχή το ζητούσα και γέλαγαν, μου έλεγαν ότι κανείς δεν ρωτούσε γι’ αυτά. Έχω βρεθεί σε συζητήσεις με πελάτες εξωτερικού που αναρωτιούνται, γιατί δεν υπάρχει εδώ πιστοποίηση. Θα μπορούσα φυσικά να προμηθεύομαι απ’ έξω με πιστοποίηση, αλλά το να μεταφερθεί το υλικό από το εξωτερικό στην Ελλάδα, θα κοστίσει περισσότερο στο περιβάλλον. Επίσης ξέρω πλέον τους ανθρώπους, έχω δει πώς δουλεύουν και προσπαθώ και με τα σόσιαλ να κάνω γνωστό έξω τον τρόπο δουλειάς και παραγωγής, γιατί λείπει αυτό.

Στο χώρο αυτόν οργανώνεις και σεμινάρια. Βλέπουμε μάλιστα μπλούζες που φέρνουν οι «μαθητές» και τις μεταποιούν με βαφές και σχέδια επί τόπου. Ποιος είναι ο στόχος των σεμιναρίων αυτών;

Χ.Β. Θεωρώ σημαντική την εκπαίδευση. Κι εγώ δεν ήξερα πολλά πράγματα από αυτόν τον χώρο, όταν ξεκινούσα. Δεν μας μαθαίνουν τίποτε στο σχολείο, τα παιδιά βλέπουν ένα μπλουζάκι κρεμασμένο με 3 ευρώ και νομίζουν ότι έγινε έτσι απλά. Κι ενώ είχα σπουδάσει, πιστεύω ότι τελικά τα ταξίδια και οι επισκέψεις μου στα μικρά στούντιο με τεχνίτες μου έμαθαν πολύ περισσότερα από το Πανεπιστήμιο. Γι’ αυτό ξεκίνησα τα σεμινάρια. Είναι σημαντικό να μάθεις για παράδειγμα το κόστος των υλικών, τη διαδικασία, το χρόνο που παίρνει, τι χρειάζεσαι από χώρο, εξοπλισμό κλπ. Επίσης προσπαθώ να πηγαίνω στα σχολεία, συνεργάζομαι ειδικά με ένα σχολείο, όπου κάνω συζητήσεις και σεμινάρια. Προσπαθώ να μιλάω γι’ αυτό, για τα προβλήματα στην Ελλάδα, όπου ενώ είχαμε τόση παράδοση με φυτικές βαφές, τώρα δεν υπάρχει ούτε ένα βιβλίο. Οι γιαγιάδες που τα ήξεραν πεθαίνουν κι αυτή η γνώση θα λείψει. Στο μεταξύ οι βιοτεχνίες έχουν κλείσει, είχαμε πολύ μαλλί και πλέον δεν παράγουμε. Για βαμβάκι παίρνουμε επιδοτήσεις από την Ευρώπη, καλλιεργούμε και μετά το καίμε! Γιατί δεν υπάρχει κάπου να το στείλουν και να φτιάξουν νήμα! Θυμώνω πολύ, αλλά θέλω και να κάνω κάτι για όλο αυτό! Κάποια πράγματα πρέπει να αναβιώσουν.

Μια γνωστή μου προσπαθεί να αναβιώσει το ελληνικό μαλλί. Είναι τρεις κοπέλες κι ένας βοσκός που κουρεύουν τα πρόβατα, στα Ζαγοροχώρια. Είναι βέβαια πολύ δύσκολο. Επίσης στην Ελλάδα καλλιεργούσαμε πολύ το ριζάρι. Υπάρχουν ευρήματα από το 3.000 π.Χ. που το χρησιμοποιούσαν για βαφές, αλλά σταμάτησαν. Το βρίσω πια στην Τουρκία, το Ιράν και το Πακιστάν. Είχα πάει όμως στον Έβρο και μια γιαγιά σηκώνει μια ρίζα και μου λέει «να το!» Έχουμε λοιπόν και άγριο ριζάρι και τους είπα να ξαναρχίσουν να βγάζουν και να μου το δίνουν να κάνουμε πράγματα. Να αναβιώσει αυτό!

Η Χριστιάνα Βαρδάκου υποδέχεται την fashion blogger του EcoGrenNet.gr στον ιδιαίτερο χώρο της και συνομιλούν μεταξύ άλλων για τη βιώσιμη μόδα, την ελληνική φύση και τη χαρά της δημιουργίας

Τι προτείνεις ως απάντηση στη φτηνή και γρήγορη μόδα;

Χ.Β. Πρέπει ν αλλάξει αυτό το «να έχω πολλά» και να γίνει «να έχω καλά», με καλή ποιότητα και με σωστό τρόπο. Είναι σίγουρα δύσκολο και τα πράγματά μας που είναι πχ από μετάξι έχουν μεγαλύτερο κόστος, γιατί η πρώτη ύλη είναι ήδη ακριβή. Είναι μοναδικά τα κομμάτια μας. Δεν κάνω γενικά συλλογές, δεν κάνουμε καινούρια πατρόν κάθε λίγους μήνες. Προσπαθούμε όλα μας τα ρούχα να είναι απλά και διαχρονικά, να ξεχωρίζουν από το ύφασμα κι όχι από το σχήμα του ρούχου. Επίσης παίζουμε με τα νούμερα, φροντίζουμε να είναι one size ή για διάφορα μεγέθη, ώστε πχ η γιαγιά μου κι εγώ να μπορούμε να το φορέσουμε με διαφορετικό τρόπο. Ή υπάρχουν κάποιες φούστες μας που μπορούν να φορεθούν και ως φόρεμα ή ως μπλούζα. Όπως και τα μαντήλια μας. Στο Instagram μας θα βρείτε ενδεικτικά δέκα τρόπους να φορεθεί ένα μαντήλι. Επίσης ο κόσμος μπορεί να μας φέρει κάτι δικό του, μια μπλούζα πχ, και να το βάψουμε, ώστε να αποκτήσει δεύτερη ζωή. Ή κάτι που πήρε  από εμάς και το έχει βαρεθεί κι αντί να το πετάξει, το φέρνει και βγαίνει από εκεί κάτι νέο. Κρατάμε ζωντανή τη σχέση με τους πελάτες μας!

Τα σχέδιά σου είναι απλά, κομψά και διαχρονικά. Σαν να μην έχουν ηλικία και “ομάδα στόχο”. Ποιο είναι το σκεπτικό σου για τη διαχρονικότητα αυτή;

Χ.Β. Έχουμε πελάτισσες όλων των ηλικιών, δεν θα ήθελα ένα brand με συγκεκριμένη ηλικία. Επειδή έχω πολύ καλή σχέση με τη μαμά μου και τη γιαγιά μου, η οποία με έντυνε σπίτι της όταν ήμουν μικρή, πάντα τις έχω στο μυαλό μου, όταν σχεδιάζω κάτι. Στόχος είναι να μπορούν κι εκείνες να το φοράνε. Στην τελευταία παρουσίαση της κολεξιόν μας με λινά ρούχα στο Πόρτο Ράφτη, όπου έχει εξοχικό η γιαγιά μου, την έπεισα να γίνει και μοντέλο μου! Αν συνδυάζεις κατάλληλα το ρούχο, φοριέται απ’ όλες τις ηλικίες. Για να παραμείνει κάτι στη ντουλάπα σου, είναι σημαντικό να φανταστείς ότι θα μπορείς να το φοράς σε δέκα και είκοσι χρόνια και να το δώσεις ακόμα και στο παιδί σου. Οπότε σχεδιάζουμε και με αυτόν το γνώμονα, να περάσει το ρούχο μας και στην επόμενη γενιά.

Στο εργαστήρι σου έχεις έναν εντυπωσιακό αργαλειό. Ποια η σχέση σου με τον αργαλειό;

Χ.Β. Έκανα ύφανση στο Πανεπιστήμιο στην Αγγλία, αλλά δεν μου άρεσε, γιατί μας έδωσαν έναν στημένο αργαλειό και μας έλεγαν «παίξτε». Ήταν σαν υπολογιστής, δεν καταλάβαινα καλά λόγω του τρόπου διδασκαλίας. Στη Βιρμανία έμαθα αργαλειό μέσης, όπου κάθεσαι στο πάτωμα και αυτός δένεται στα πόδια και στη μέση σου. Καθώς δεν μιλούσαν αγγλικά, έμαθα σαν παντομίμα με κινήσεις σώματος και ήταν πολύ διασκεδαστικό όλο αυτό! Κατάλαβα όμως τη λειτουργία και γυρνώντας στην Ελλάδα, θέλησα να μάθω ελληνικό αργαλειό. Προσπαθούσα να βρω κάποιον να μου διδάξει και με παρέπεμπαν σε συγκεκριμένο τρόπο με παραδοσιακά τοπικά σχέδια, αλλά εγώ ήθελα να κάνω τα δικά μου σχέδια. Αφού έψαξα πολύ, βρήκα μια κυρία που με καταλάβαινε, της έδειχνα βιβλία, αντικείμενα και καλλιτεχνικά σχέδια και δημιουργούσαμε πράγματα για γκαλερί και μουσεία. Μετά όμως βρήκα δυο μοναδικούς τύπους στην  Ελλάδα, που φτιάχνουν αργαλειούς σύμφωνα μεν με την παράδοση, αλλά πιο σύγχρονους. Λέγονται Ίκαρος, κάνουν εκπληκτική δουλειά και δεν ξέρω τι θα γίνει με τους αργαλειούς, αν εκείνοι σταματήσουν!

Η Χριστιάνα Βαρδάκου δημιούργησε έναν κουκλίστικο χώρο, eco και pet friendly, όπου η μόδα συναντά την ελληνική φύση και κάθε γυναίκα μπορεί να βρει δημιουργίες που της ταιριάζουν και την κάνουν να αισθάνεται μοναδική!

Τις δημιουργίες της Χριστιάνας Βαρδάκου μπορείτε να τις

βρείτε στο στούντιό της στο Νέο Ψυχικό (Καλλιρρόης

Παρρέν 3), αλλά και στα καταστήματα του Μουσείου

Μπενάκη και της Μεγάλης Βρετανίας, στην Κοντεσίνα στο

Κολωνάκι και σε νησιά, όπως Σαντορίνη, Κεφαλλονιά,

Αντίπαρος, Ύδρα, Πόρος.