Η Πανδώρα Μαμελετζή είδε την πολυσυζητημένη παράσταση ΤΡΕΙΣ ΨΗΛΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ του Έντουαρντ Άλμπι σε σκηνοθεσία του Ρόμπερτ Γουίλσον και γράφει τις εντυπώσεις της για το έργο που γεμίζει τις θέσεις στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά σχεδόν κάθε βράδυ
Η εντυπωσιακή αυλαία του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά ανοίγει και 3 ψηλές γυναίκες εμφανίζονται στη σκηνή φορώντας κρινολίνα, κόκκινες περούκες και έχοντας τα πρόσωπά τους βαμμένα λευκά. Η όψη τους, οι γκριμάτσες τους και η κίνησή τους παραπέμπει σε μαριονέτες που παίζουν σε ένα κουκλοθέατρο. Η πρώτη είναι 91 ετών, η δεύτερη είναι 52 ετών (εκείνη που φροντίζει την πρώτη) και η τρίτη είναι 26 (η δικηγόρος της). Στο πρώτο μέρος κουβεντιάζουν για τις καθημερινές στιγμές της ζωής, για τα παιδικά χρόνια, για τον γάμο και την απιστία, επαναλαμβάνοντας τις ίδιες φράσεις ξανά και ξανά, πράγμα που είναι πολύ πιθανό να κούρασε την πλειοψηφία των θεατών.
Στο δεύτερο μέρος, το τοπίο ξεκαθαρίζει και είναι πλέον αντιληπτό ότι το έργο του Άλμπι μιλάει για τις διάφορες φάσεις της ζωής μιας γυναίκας, για την αναπόφευκτη σχέση με τον “εαυτό”, για την αρρώστια καθώς και για τη θνητότητα. Η μνήμη και το παρόν συγκρούονται, ενώ ένα τέταρτο βωβό πρόσωπο κάνει την εμφάνισή του. Είναι το Αγόρι που αναπαριστά τον ίδιο τον Άλμπι και παραμένει σιωπηλό θέλοντας να «φωνάξει» την συγκρουσιακή σχέση που είχε με την θετή του μητέρα και τη μη αποδοχή της μητέρας του προς το πρόσωπό του.
Μπορεί το διασημότερο έργο του Έντουαρντ Άλμπι να είναι το «Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ», όμως πήρε το βραβείο Πούλιτζερ για τις «Τρεις Ψηλές Γυναίκες», γι’ αυτό το μοναδικό αυτοβιογραφικό έργο του, που αναφέρεται στην αυταρχική και ναρκισσιστική θετή του μητέρα.
Ο Ρόμπερτ Γουίλσον, από τους κορυφαίους Αμερικανούς σκηνοθέτες, υπογράφει ένα έργο του Έντουαρντ Άλμπι, χωρίς τον νατουραλισμό που συνηθίζει ο συγγραφέας, αλλά παρουσιάζοντας ένα θέατρο του παραλόγου ανάλογο με το μπεκετικό, θυμίζοντας μας την παράσταση «Η Τελευταία Μαγνητοταινία του Κραπ». Ο Γουίλσον είναι γνώριμος για το πάντα άρτιο εικαστικό αποτέλεσμα που αποδίδει πάνω στη σκηνή, καθώς είναι λάτρης της λιτής σκηνογραφίας και του έντονου παιχνιδιού που δημιουργεί ο φωτισμός.
Η Ρένη Πιττακή υποδύεται την μεγαλύτερη γυναίκα εκφράζοντας τον ναρκισσισμό της και τον σαρκαστικό της χαρακτήρα, αλλά περνάει στο κοινό και μια ακαταμάχητη αίσθηση υπερηφάνειας που καταφέρνει να κάνει την ηρωίδα της συμπαθητική.
Συγκινεί δε, με την ερμηνεία της λέγοντας: «Η πιο ευτυχισμένη στιγμή είναι το τέλος, όταν τα κύματα παραμερίζουν και έχεις χώρο να ανασάνεις. Όταν όλα έχουν τελειώσει, όταν μπορούμε να σταματήσουμε».
Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, που φέτος παρουσιάζει μια ακόμα συγκλονιστική ερμηνεία παίζοντας την Φόνισσα στην ομώνυμη κινηματογραφική ταινία, μπαίνει στο πετσί του ρόλου της γυναίκας που βρίσκεται στη μέση της ωριμότητας, κάτι που την κάνει να νιώθει «όχι ανόητη και ξοφλημένη αλλά και λίγο σοφή». «Η πιο ευτυχισμένη στιγμή είναι το τώρα. Τα 50 είναι η κορυφή, είναι η μέση», υπογραμμίζει.
Η Λουκία Μιχαλοπούλου, πιστή στο ραντεβού της με αξιόλογους ρόλους, είναι απολαυστική.
«Λένε ότι τον πόνο δεν τον θυμάσαι, ούτε τις ευτυχισμένες στιγμές. Μόνο την ανάμνησή τους», τονίζει, κουνώντας σε όλη σχεδόν την διάρκεια της παράστασης ένα στυλό-φτερό σαν να θέλει να επισημάνει ότι είναι γυναίκα -μηχανάκι, δεν σταματάει ποτέ.
Η επιμέλεια κίνησης της Μαριάννας Καβαλιεράτου καθοριστική, σε μια παράσταση που η κίνηση και η ακινησία διαδέχονται η μία την άλλη σε ένα ρυθμό ονείρου.
Η μουσική του Θοδωρή Οικονόμου μας εγκλιμάτισε στην εποχή και στην ιστορία καθώς το πιάνο συνδυαζόταν αρμονικά με τους ήχους των κυμάτων, των γλάρων, της καταιγίδας που είναι εξίσου σημαντικοί στο σύμπαν του Αμερικανού σκηνοθέτη.
Μοναδικό μελανό σημείο θα έλεγα ότι ήταν ο κακός ήχος από τα μικρόφωνα των ηθοποιών, που δυσχέραινε την κατανόηση των διαλόγων, ειδικά στο πρώτο μέρος. Δεν ξέρω αν κάτι τέτοιο ήταν περισσότερο έκδηλο στα θεωρεία, όμως σε ένα τόσο μεγάλο θέατρο-«στολίδι» είναι κρίμα η ηχητική κάλυψη να είναι κάτω του μετρίου.
Σκηνοθεσία, Σκηνικά, Σχεδιασμός φωτισμού: Robert Wilson
Μετάφραση: Ερρίκος Μπελιές
Διασκευή: Charles Chemin
Συνεργάτης σκηνοθέτης: Charles Chemin
Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου
Συνεργάτης σχεδιασμού φωτισμού: Marcello Lumaca
Συνεργάτης σκηνογράφος: Flavio Pezzotti
Κοστούμια: Flavia Ruggeri
Σχεδιασμός ήχου: Thorsten Hoppe
Σχεδιασμός μακιγιάζ- περούκες: Manu Halligan
Επιμέλεια φωτισμού: Cristian Simon Petru
Βοηθός σκηνοθέτη: Δήμητρα Δερμιτζάκη
Επιμέλεια κίνησης: Μαριάννα Καβαλλιεράτου
Υπεύθυνη παραγωγής: Αιμιλία Σιαφαρίκα
Φωτογραφίες: Julian Mommert, Μαριάννα Μπίστη
Ηθοποιοί:
Ρένη Πιττακή
Καρυοφυλλιά Καραμπέτη
Λουκία Μιχαλοπούλου
Αλέξης Φουσέκης
Πρεμιέρα 24 Νοεμβρίου 2023
Παραγωγή
Φάνης Συναδινός E-PROD