Με επιτυχία πραγματοποιήθηκε από το Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο και την Επιτροπή Αγροτεχνολογίας, υπό την αιγίδα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, το 12ο Συνέδριο Αγροτεχνολογίας, με τίτλο: “Η Πρωτογενής Παραγωγή με το Βλέμμα στο Μέλλον: Προκλήσεις και Προοπτικές στη Γεωργία και Κτηνοτροφία” που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2024.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση των διοργανωτών, το ετήσιο Συνέδριο Αγροτεχνολογίας, το οποίο έχει καθιερωθεί από το 2012 ως ο κορυφαίος θεσμός στον κλάδο, ανέδειξε σημαντικές προτάσεις για την αγροτική οικονομία αλλά και για τον αγρότη- επιχειρηματία στις σημερινές απαιτητικές προκλήσεις. Στο πλαίσιο των εργασιών του συνεδρίου, παρουσιάστηκαν προτάσεις για την επόμενη μέρα των καταστροφικών καιρικών φαινομένων καθώς και για τις συστημικές αλλαγές που έχει ανάγκη ο κλάδος προκειμένου να αναγεννηθεί και να αναπτυχθεί. Οι βασικοί άξονες του συνεδρίου, σημειώνεται στην ανακοίνωση, επικεντρώθηκαν στην κτηνοτροφία και παράγωγα αυτής, όπως η γαλακτοκομία και τυροκομία, κλάδοι με μεγάλες δυνατότητες αλλά και σημαντικές προκλήσεις, καθώς λόγω των νέων συνθηκών πρέπει να προσαρμοστούν στην αυξανόμενη ζήτηση με λιγότερους πόρους.
Την έναρξη των εργασιών κήρυξε ο κ. Βασίλης Καφάτος, αντιπρόεδρος του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, ο οποίος δήλωσε: “Παρά τις γεωπολιτικές εξελίξεις, ο πρωτογενής τομέας της χώρας μας εξελίσσεται. Είναι αναγκαίο να εστιάσουμε στην καινοτομία, την έξυπνη γεωργία και κτηνοτροφία, καθώς και στην πράσινη και βιώσιμη ανάπτυξη. Υπό αυτές τις νέες συνθήκες ο κλάδος της αγροδιατροφής αποτελεί βασικό πυλώνα και αναδεικνύεται ως ιδιαίτερα κρίσιμος στην εξασφάλιση της ανθεκτικότητας και στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας”.
Ο κ. Νικόλαος Μπακατσέλος, πρόεδρος του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, ανέφερε στην εισήγησή του: “Καθώς οι τομείς της ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας αντιμετωπίζουν ένα ολοένα πιο ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον, η χώρα πρέπει να εκμεταλλευτεί τα πολλά πλεονεκτήματά της – από τη θαυμαστή βιοποικιλότητα, τα πολλά διακριτά τοπικά οικοσυστήματα και το ευνοϊκό μας κλίμα, μέχρι τα προϊόντα υψηλής ποιότητας, την τεχνογνωσία, και τη μακρόχρονη παράδοση της Ελλάδας στα τρόφιμα και τα ποτά”.
Ο κ. Ευστάθιος Κωνσταντινίδης, υφυπουργός Εσωτερικών, αρμόδιος για θέματα Μακεδονίας-Θράκης, στον σύντομο χαιρετισμό του, σημείωσε ότι “ο κλάδος της αγροδιατροφής αποτελεί βασικό πυλώνα για τη χώρα μας και δεν άπτεται μόνο της οικονομικής διάστασης αλλά και πολλών κοινωνικών δεικτών. Ο πρωτογενής – αγροτικός τομέας αντανακλά, έχει επίπτωση και επίδραση σημαντική σε πάρα πολλούς κοινωνικούς δείκτες, όπως στην ανεργία και απασχόληση, στην αντιμετώπιση του δημογραφικού και βέβαια στην ενίσχυση των νεότερων ηλικιακών ομάδων. Αν λοιπόν επιθυμούμε να κρατήσουμε τους νέους ανθρώπους στην ελληνική ύπαιθρο, πρέπει με τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας να τους ενισχύσουμε και να τους εκπαιδεύσουμε, προκειμένου να παραμείνουν”.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Αγροτεχνολογίας του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, κ. Αθανάσιος Κουϊμτζής, επισήμανε: “Σκοπός του Συνεδρίου είναι να παράγουμε έργο, να ανταλλάσσουμε απόψεις και να βγάλουμε συμπεράσματα που θα βελτιώσουν τον αγροδιατροφικό κλάδο. Ιδιαίτερα σημαντική θεωρείται η εισροή της τεχνολογίας στον πρωτογενή τομέα αλλά και η ψηφιοποιήση, καθώς αλλάζει προς το καλύτερο το τοπίο του κλάδου της αγροδιατροφής. Ειδικά το κομμάτι των μηχανημάτων αλλάζει τους προϋπολογισμούς, τη φιλοσοφία και οδηγεί σε ένα άλλο επίπεδο. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι παρατηρούμε ανάπτυξη της Αγροτεχνολογίας στα Βαλκάνια με την Ελλάδα να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο”.
Την αισιοδοξία του για το σήμερα και το αύριο του πρωτογενούς τομέα, εξέφρασε από την πλευρά του ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Λευτέρης Αυγενάκης. “Η πράσινη μετάβαση σαφέστατα πρέπει να γίνει, αλλά με τρόπο ομαλό, απλό, λιγότερο γραφειοκρατικό. Είναι σαφές ότι ο χώρος που πρέπει να βρίσκονται οι αγρότες είναι στα χωράφια, εκεί που έχουν τη δυνατότητα να παράγουν και όχι στα γκισέ της γραφειοκρατίας”. Στο πλαίσιο αυτό, ο υπουργός ανέφερε ότι “καταλύτης για να αδράξουμε τις ευκαιρίες αποτελεί η ενίσχυση των γεφυρών συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών, τόσο στο επίπεδο της μεταφοράς τεχνογνωσίας και βέλτιστων τεχνολογικών πρακτικών, όσο και στην ανάπτυξη της έρευνας και καινοτομίας”. Νέα πεδία όπως η “έξυπνη γεωργία” και η “γεωργία ακριβείας”, η ανάλυση δεδομένων και οι τεχνολογίες πρόβλεψης, δημιουργούν σύμφωνα με τον ίδιο ένα νέο περιβάλλον, στο οποίο όπως ανέφερε χαρακτηριστικά η ελληνική γεωργία “δεν έχει την πολυτέλεια να μείνει αμέτοχη”.
Ο γενικός γραμματέας Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Πέτρος Βαρελίδης, γνωστοποίησε ότι “στο τέλος του τρέχοντος έτους, το αργότερο στις αρχές του 2025 πρόκειται να λειτουργήσει το σύστημα της εθελοντικής αγοράς πιστώσεων άνθρακα”. Στην τοποθέτησή του ο ίδιος είπε ότι το προαναφερόμενο σύστημα, ο σχεδιασμός του οποίου υλοποιείται την τελευταία διετία, θα ελέγχεται, θα επιδοτείται από το κράτος και από τους ιδιώτες και τόνισε ότι θα είναι πρωτοποριακό, αφού όπως ανέφερε χαρακτηριστικά “ίσως είναι από τις λίγες φορές που η χώρα μας δεν πάτησε στα βήματα κανενός άλλου για την οργάνωσή του”.
Ο κ. Παναγιώτης Πεβερέτος, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας, στο πλαίσιο των εργασιών του συνεδρίου, σημείωσε: “Η κτηνοτροφία αποτελεί ένα πολύ δυνατό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας και περισσότερες από 15.000 επιχειρήσεις λειτουργούν με βάση την κτηνοτροφική παραγωγή, π.χ. σφαγεία, τυροκομεία και επιχειρήσεις φαρμακευτικών προϊόντων. Αυτές οι επιχειρήσεις δεν θα υπήρχαν χωρίς την κτηνοτροφία. Σύμφωνα με μελέτη του Παντείου Πανεπιστημίου, οι κτηνοτροφικές επιχειρήσεις σε συνδυασμό με τις παραπάνω επιχειρήσεις αποτελούν το 20% της οικονομίας της χώρας. Επιπλέον, πολύ σημαντικό είναι ότι διατηρούν τον πληθυσμό στην ύπαιθρο. Δυστυχώς, με επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, περισσότεροι από 10.000 συνάδελφοι αιγοπροβατοτρόφοι αποχώρησαν το 2022 από το επάγγελμα”.
Τέλος ο κ. Αλέξανδρος Τριανταφύλλου, πρόεδρος Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Ζωοτροφών, ανέφερε: “Σε ότι αφορά το κομμάτι της φυτικής παραγωγής, σήμερα, μπορεί να καλύψει μόνο το 1/2 των αναγκών της ζωικής και για τον λόγο αυτόν οδηγούμαστε στο φαινόμενο μίας σωρείας εισαγωγών δημητριακών από τις βαλκανικές χώρες και κυρίως από τη Βουλγαρία, η οποία καλύπτει τους δυόμισι εκατομμύρια τόνους. Από εκεί και πέρα, σε ότι αφορά τη διασύνδεση φυτικής και ζωικής παραγωγής, η βιομηχανία τροφίμων σήμερα έχει βοηθήσει σε αυτό μέσω της ιχνηλασιμότητας που έχει επιβάλει σε κάποιες κατηγορίες τροφίμων, καθώς και για τον τρόπο και τη μέθοδο παραγωγής τους. Έτσι οδηγούμαστε στο φαινόμενο να υπάρχει μία πιο στενή διασύνδεση μεταξύ ζωικής και φυτικής παραγωγής με βασικό διαμεσολαβητή τη βιομηχανία ζωοτροφών».