Αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος προχώρησαν στην εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης, τα μέλη της οποίας φέρεται να διέπρατταν κακουργηματικές απάτες σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης το ύψος των οποίων ξεπερνούν τα 5 εκατ. ευρώ.

Για την αποδόμηση της οργάνωσης πραγματοποιήθηκε χθες ευρείας κλίμακας αστυνομική επιχείρηση σε περιοχές της Αττικής και της Κορινθίας, κατά την οποία συνελήφθησαν 6 μέλη του κυκλώματος. Σε βάρος τους, και σε βάρος ακόμη 6 μελών, σχηματίσθηκε δικογραφία για εγκληματική οργάνωση, απάτες, πλαστογραφία, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και παραβάσεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.

Επιπλέον, στο πλαίσιο της επιχείρησης, εντοπίστηκαν και συνελήφθησαν ακόμη 2 άτομα για παραβάσεις της νομοθεσίας για τα ναρκωτικά.

Όπως έγινε γνωστό από την ΕΛΑΣ, προηγήθηκε πολύμηνη έρευνα, από την οποία διακριβώθηκε ότι τα μέλη είχαν συστήσει και ενταχθεί σε επιχειρησιακά δομημένη εγκληματική οργάνωση, τουλάχιστον από τον Ιούνιο του 2020, με σκοπό την κατ’ επάγγελμα διάπραξη απατών και πλαστογραφιών σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την αποκόμιση παράνομου οικονομικού οφέλους.

Ειδικότερα, τα μέλη της οργάνωσης, στην οποία αρχηγικό ρόλο είχε αναλάβει λογιστής με εξειδικευμένες γνώσεις, εκμεταλλεύονταν τις διαδικασίες υποβολής αιτήσεων σε κρατικούς και ευρωπαϊκούς φορείς, μέσω πλαστών δικαιολογητικών που κατάρτιζαν, για να αποσπάσουν μεγάλα χρηματικά ποσά.

Όπως προέκυψε από την έρευνα της ΕΛΑΣ, τα μέλη διαχειρίζονταν δίκτυο 40 εταιριών και χρησιμοποιούσαν 55 ακίνητα (μεταξύ των οποίων και οι οικίες τους), για την υποβολή εικονικών συμβάσεων μίσθωσης, στις οποίες δήλωναν υπερβολικά υψηλά μισθώματα, ασύμβατα με τις πραγματικές αξίες και τις χρήσεις τους, με σκοπό την εξαπάτηση του Δημοσίου κατά την περίοδο των μέτρων στήριξης λόγω του κορονοϊού.

Όπως τονίζεται στη σχετική ανακοίνωση η εικονικότητα των συμβάσεων διαφαίνεται από:

  • την εικονικότητα ορισμένων εταιριών,
  • τα ο ύψος των μισθωμάτων σε συνδυασμό με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μισθίων,
  • το χρονικό διάστημα που λάμβαναν χώρα οι υπό έρευνα συμβάσεις, δηλαδή η περίοδος έξαρσης του COVID-19,
  • τη δηλωθείσα χρήση του μίσθιου (όπως λ.χ. υπηρεσίες διοργάνωσης ψυχαγωγικών εκδηλώσεων),
  • την εναλλαγή των ίδιων εταιριών, καθώς και της ιδιότητας τους στις συμβάσεις, ως εκμισθωτής και μισθωτής,
  • τη διαδοχική χρήση ίδιων ακινήτων (σε διαφορετικά και ίδια κατά περίπτωση χρονικά διαστήματα) από πολλές από τις εμπλεκόμενες εταιρείες,
  • τη δήλωση μισθώσεων σε περιοχές όπου οι εταιρίες δεν δήλωναν δραστηριότητα,
  • τη λύση των μισθώσεων και την απευθείας εκ νέου κατάρτιση αυτών, προκειμένου είτε να εξαλειφθούν τυχόν περιορισμοί στη περαιτέρω μίσθωσή τους (π.χ. απαγόρευση υπεκμίσθωσης), είτε να καταρτιστούν νέες συμβάσεις με πολύ υψηλότερα μισθώματα,
  • το ύψος των υπεκμισθώσεων μεταξύ των εμπλεκομένων εταιριών, το οποίο ήταν πολύ υψηλότερο και πολλαπλάσιο από τις αρχικές (πραγματικές) μισθώσεις με τους αρχικούς ιδιοκτήτες.

Πιο αναλυτικά, μέσω των ανωτέρω ψευδών δηλώσεων COVID, τα μέλη αιτούνταν κρατικές αποζημιώσεις ενοικίου που προβλέπονταν για νομικά πρόσωπα, ενώ, σε περίπτωση που οι αιτήσεις απορρίπτονταν, προέβαιναν σε αγωγές για δήθεν μη καταβολή μισθωμάτων, προκειμένου να αποφύγουν την επιβολή των προβλεπόμενων φόρων και τυχόν ελέγχους από φορολογικές Αρχές.

Παράλληλα, τα μέλη, εκμεταλλευόμενα το δίκτυο εταιριών που διαχειρίζονταν, υπέβαλαν αιτήσεις για να λάβουν είτε επιχορηγήσεις μέσω ΕΣΠΑ, είτε ενισχύσεις ως επιστρεπτέες προκαταβολές, με χρήση πλαστών εγγράφων, ψευδών στοιχείων και εικονικών παραστατικών.

Ταυτόχρονα, μέσω «αχυρανθρώπων», τους οποίους δήλωναν ως διαχειριστές στις ανωτέρω εταιρεες προκειμένου να αποφύγουν την ευθύνη, ασφάλιζαν σε αυτές προσωπικό χωρίς την καταβολή εισφορών, ζημιώνοντας τον ΕΦΚΑ.

Όσον αφορά τη νομιμοποίηση των παρανόμων εσόδων τους, σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, αυτά απορροφούνταν από το παραπάνω δίκτυο εταιριών και τοποθετούνταν στους ίδιους τραπεζικούς λογαριασμούς που πιστώνονταν τα κέρδη από τη νόμιμη δραστηριότητα των εταιριών. Στη συνέχεια, τα χρήματα επενδύονταν πίσω στις εταιρίες με την επέκταση της νόμιμης δραστηριότητας τους, όπως για παράδειγμα ανέγερση ακινήτων κ.λπ., είτε μεταφέρονταν σε τραπεζικούς λογαριασμούς στο εξωτερικό, ή χρησιμοποιούνταν για την κάλυψη των ατομικών καταναλωτικών τους αναγκών.

Ειδικότερα, είχαν εγκαταστήσει ένα διατραπεζικό κανάλι αποτελούμενο από 122 τραπεζικούς λογαριασμούς, που ανήκαν στο εταιρικό δίκτυο. Μέσω αυτών, πραγματοποίησαν τουλάχιστον 57.253 συναλλαγές, κατά τις οποίες μετέφεραν συνεχώς ποσά που εισέπρατταν, για την αποφυγή του εντοπισμού τους. Όπως προέκυψε, πραγματοποιήθηκαν μεταφορές μεταξύ τραπεζικών λογαριασμών που ξεπερνούν το ποσό των 10.897.157,30 ευρώ.

Στη συνέχεια, τα μέλη προέβαιναν σε αναλήψεις των χρημάτων, τα οποία χρησιμοποιούσαν για την ανέγερση πολυτελών ακινήτων, ή πιστώνονταν σε έτερους λογαριασμούς του δικτύου τους.

Σε έρευνες που πραγματοποιήθηκαν, σε διάφορες περιοχές της Αττικής και Κορινθίας, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν, μεταξύ άλλων:

  • 61.900 ευρώ,
  • τραπεζικές επιταγές συνολικού ποσού 24.200 ευρώ,
  • 2 χρυσές λίρες,
  • πλήθος καρτών ανάληψης,
  • πλήθος εγγράφων και σφραγίδων εταιρειών,
  • 8 συσκευές κινητών τηλεφώνων,
  • ζυγαριά ακριβείας,
  • 21,48 γραμμάρια κοκαΐνης και
  • 9 ναρκωτικά δισκία ecstasy.

Συνολικά, τα μέλη της οργάνωσης, σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, αποκόμισαν παρανόμως οικονομικά οφέλη, ζημιώνοντας το Ελληνικό Δημόσιο και την Ευρωπαϊκή Ένωση, που υπολογίζεται σε περισσότερα από 5.737.413,96 ευρώ, ενώ αποπειράθηκαν κατά τον ίδιο τρόπο να αποσπάσουν επιπλέον 3.777.562,19 ευρώ.

Οι συλληφθέντες οδηγούνται στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή.