Ο τριπλασιασμός των δυνατοτήτων με ορίζοντα το 2050 θα απαιτούσε την κατασκευή την περίοδο αυτή μεταξύ 800 και 1.000 επιπλέον αντιδραστήρων
Η πυρηνική ενέργεια ανακτά δημοτικότητα λόγω του αγώνα για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, αλλά η φιλοδοξία να τριπλασιαστεί ως το 2050, όπως θέλει ο τομέας, παραμένει προς το παρόν στο επίπεδο της «υπόσχεσης», υπογραμμίζεται σήμερα σε έκθεση ειδικών για το θέμα αυτό.
«Πέραν μιας διαρκούς αύξησης των εγκατεστημένων δυνατοτήτων στην Ασία, ιδιαίτερα στην Κίνα, η υπόσχεση για πυρηνική ενέργεια δεν πήρε ποτέ σάρκα και οστά», υπογραμμίζεται στην εισαγωγή της «ετήσιας έκθεσης για την κατάσταση της παγκόσμιας πυρηνικής βιομηχανίας» (WNISR).
Μολονότι είχε πέσει σε δυσμένεια μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα το 2011, το ενδιαφέρον για την πυρηνική ενέργεια, η οποία είναι ενέργεια χαμηλών εκπομπών άνθρακα όπως η αιολική και η ηλιακή, έχει ανακάμψει λόγω της ανάγκης για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, αλλά και για μεγαλύτερη ενεργειακή ασφάλεια.
Σύμφωνα με την Υπηρεσία για την Πυρηνική Ενέργεια (NEA) του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ, OECD), η ομάδα των ανεπτυγμένων χωρών θα έπρεπε να τριπλασιάσει τις παγκόσμιες πυρηνικές δυνατότητες, συνδυάζοντας τους υπάρχοντες αντιδραστήρες με μονάδες νέας γενιάς, αλλά και μικρούς αρθρωτούς αντιδραστήρες (SMR) για να τηρηθούν οι στόχοι για ουδετερότητα άνθρακα.
Αυτό θα απαιτούσε να προστίθενται κατά μέσον όρο δυνατότητες περίπου 25 γιγαβάτ (GW) κάθε χρόνο, προκειμένου να αυξηθούν οι εγκατεστημένες δυνατότητες στο παγκόσμιο πυρηνικό πάρκο από 394 GW το 2020 σε 1.160 GW το 2050.
Ωστόσο το 2023 μόνον πέντε νέοι αντιδραστήρες που αντιπροσωπεύουν δυνατότητα παραγωγής 5 GW τέθηκαν σε λειτουργία στον κόσμο, ενώ πέντε μονάδες έκλεισαν (6 GW), δηλαδή υπήρξε σαφής μείωση 1 GW, επισημαίνεται στην έκθεση των ειδικών, η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα καθώς η Υπηρεσία για την Πυρηνική Ενέργεια του ΟΟΣΑ έχει συγκαλέσει σήμερα και αύριο, Παρασκευή, σύνοδο 15 χωρών για να συζητηθεί τι πρέπει να γίνει για να επιτευχθεί η αναβίωση της πυρηνικής ενέργειας.
«Μόνο για να διατηρηθεί η σημερινή δυνατότητα, θα έπρεπε ήδη να τίθενται σε λειτουργία 10 αντιδραστήρες ετησίως», δηλαδή να διπλασιαστεί ο ρυθμός του 2023, κάτι το οποίο είναι «από βιομηχανικής άποψης απίθανο», δήλωσε ο συντονιστής των ειδικών που συνέταξαν την έκθεση Μίκλε Σνάιντερ.
«Ο τριπλασιασμός των δυνατοτήτων με ορίζοντα το 2050 θα απαιτούσε την κατασκευή την περίοδο αυτή μεταξύ 800 και 1.000 επιπλέον αντιδραστήρων, κάτι που είναι αδύνατο», πρόσθεσε.
Σε «αγρανάπαυση» για καιρό, ο τομέας αυτός αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις που συνδέονται με την ανασυγκρότηση ενός κλάδου κατάρτισης και μιας αλυσίδας εφοδιασμού καθώς και με τη δυσκολία να βρεθεί χρηματοδότηση για αυτά τα μακροχρόνια και δαπανηρά σχέδια.
Στα μέσα του 2024, 59 αντιδραστήρες βρίσκονταν υπό κατασκευή σε 13 χώρες, μερικές φορές για πολλά χρόνια, αλλά τα εργοτάξια αυτά αφορούν σχεδόν αποκλειστικά δύο χώρες: την Κίνα για την εσωτερική της αγορά (27 αντιδραστήρες) και τη Ρωσία, που ηγείται της διεθνούς αγοράς με 26 εργοτάξια, εκ των οποίων τα 20 σε 7 άλλες χώρες.
Το μερίδιο του πυρηνικού τομέα στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος έμεινε σχεδόν σταθερό στο 9,15% το 2023, στην «πιο χαμηλή τιμή του εδώ και τέσσερις δεκαετίες».
Την 1η Ιουλίου του 2024, 408 αντιδραστήρες βρίσκονταν σε λειτουργία (367 GW), ήτοι ένας περισσότερος από έναν χρόνο νωρίτερα, αλλά πολύ λιγότεροι από τον μέγιστο αριθμό των 438 που είχαν φτάσει το 2002, καταλήγει η έκθεση.