Ο Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε χθες Δευτέρα εκτελεστικά διατάγματα που προβλέπουν την επιβολή τελωνειακών δασμών ύψους 25% στον χάλυβα και στο αλουμίνιο που εισάγονται στις ΗΠΑ, ανοίγοντας νέο κεφάλαιο στον εμπορικό πόλεμο που εννοεί να εξαπολύσει ο Αμερικανός πρόεδρος εναντίον του υπόλοιπου κόσμου.

«Σήμερα απλοποιώ τους τελωνειακούς δασμούς μας στον χάλυβα και στο αλουμίνιο, ώστε όλος ο κόσμος να κατανοεί τι σημαίνουν. Είναι 25%, χωρίς εξαίρεση η απαλλαγή. Για όλες τις χώρες», είπε ο Ρεπουμπλικάνος υπογράφοντας τα διατάγματα στον Λευκό Οίκο.

«Είναι καιρός οι μεγάλες βιομηχανίες μας να επιστρέψουν στην Αμερική», ανέφερε.

Ποιες χώρες επηρεάζονται από τους δασμούς

Οι δασμοί που ανακοίνωσε ο Τραμπ θα πλήξουν ιδιαίτερα τον Καναδά, τον κυριότερο προμηθευτή χάλυβα και αλουμινίου των ΗΠΑ.

Η Βραζιλία, το Μεξικό και η Νότια Κορέα είναι επίσης σημαντικοί προμηθευτές των μετάλλων αυτών.

Η συνομοσπονδία χαλυβουργιών της Βρετανίας, η UK Steel, εξέφρασε ανησυχία για το «καταστροφικό πλήγμα» στον τομέα που ήδη έχανε ταχύτητα.

Η ανακοίνωση ενδέχεται να έχει επίσης δηλητηριώδη αντίκτυπο σε κάποιους τομείς δραστηριότητας στις ΗΠΑ.

«Ο χάλυβας και το αλουμίνιο είναι κρίσιμες πρώτες ύλες για τις αμερικανικές βιομηχανίες, συμπεριλαμβανομένων των εξαγωγικών», προειδοποίησε ο Μορίς Όμπστφελντ, ειδικός στο Ινστιτούτο Πίτερσον για τη Διεθνή Οικονομία.

Οι τελωνειακοί δασμοί ενδέχεται να προκαλέσουν «μείζον» σοκ προσφοράς, πρόσθεσε μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας (2017-2021) ο Ντόναλντ Τραμπ είχε ήδη προχωρήσει στην επιβολή δασμών 25% στον χάλυβα και 10% στο αλουμίνιο.

Υπήρξε κατόπιν άρση των μέτρων αυτών, στην πλειονότητά τους, από τον ίδιο και από τον Δημοκρατικό διάδοχό του Τζο Μπάιντεν.

Ακόμη, ο Ντόναλντ Τραμπ ανήγγειλε προχθές Κυριακή πως θα ανακοινώσει, «(σήμερα) Τρίτη ή (μεθαύριο) Τετάρτη», νέους, «ανταποδοτικούς τελωνειακούς δασμούς» για να εξισορροπήσει τη φορολόγηση προϊόντων που εισάγονται στις ΗΠΑ με τον τρόπο που φορολογούνται αμερικανικά προϊόντα στο εξωτερικό.

Οι τελωνειακοί δασμοί είναι βασικός μοχλός της οικονομικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ, που επιδιώκει την μείωση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ με την άσκηση πίεσης στους οικονομικούς εταίρους της χώρας του.

Οι αντιδράσεις τους είναι ποικίλες, περιλαμβάνουν από υποσχέσεις για ανταπόδοση ως προσπάθειες κατευνασμού.

Η ΕΕ θα ανταποδώσει

Ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Νοέλ Μπαρό διαβεβαίωσε χθες πως η Ευρωπαϊκή Ένωση θα «ανταποδώσει», όπως έκανε κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Ρεπουμπλικάνου. Η ΕΕ είχε βάλει στο στόχαστρο την εποχή εμβληματικά αμερικανικά προϊόντα, όπως το μπέρμπον ή οι μοτοσικλέτες Harley-Davidson.

«Δεν υπάρχει κανένας δισταγμός όταν πρόκειται για την προάσπιση συμφερόντων μας», είπε ο γάλλος ΥΠΕΞ στο τηλεοπτικό δίκτυο TF1.

Στη Γερμανία, τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία, ο υπουργός Οικονομίας και Κλίματος Ρόμπερτ Χάμπεκ κάλεσε να «συνεχίσουμε στον δρόμο της συνεργασίας με τις ΗΠΑ».

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή από την πλευρά της ανέφερε πως δεν έχει λάβει «καμιά ειδοποίηση» για νέους τελωνειακούς δασμούς.

Κίνα, ο μεγάλος αντίπαλος

Ως τώρα ο Ντόναλντ Τραμπ ασκεί πίεση στους εταίρους των ΗΠΑ αλλά και στη χώρα που θεωρεί τον μεγάλο αντίπαλο, την Κίνα: όλα τα εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα υφίστανται από την περασμένη Τρίτη επιπρόσθετους δασμούς 10%, πέρα από αυτούς που εφαρμόζονταν ήδη.

Τα κινεζικά μέτρα αντιποίνων, στοχευμένοι δασμοί σε ορισμένα αμερικανικά προϊόντα, τέθηκαν σε ισχύ χθες. Αφορούν αμερικανικά αγαθά αξίας 14 δισεκ. δολαρίων. Οι δασμοί που ανακοίνωσε ο κ. Τραμπ αφορούν κινεζικά αγαθά αξίας 525 δισεκ. δολαρίων.

Εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, ο Γκούο Τζιακούν, επανέλαβε χθες την πάγια κινεζική θέση πως δεν υπάρχει «νικητής σε εμπορικό ή τελωνειακό πόλεμο».

Πριν από μία εβδομάδα, ο Ντόναλντ Τραμπ απείλησε το Μεξικό και τον Καναδά με γενικευμένους δασμούς 25%, προτού αναβάλει την απόφαση αυτή για έναν μήνα προτού καν τεθεί σε εφαρμογή.

Όσον αφορά την Κίνα, αποφάσισε να μην επιβληθούν όπως είχε αναγγείλει δασμοί σε δέματα αξίας τουλάχιστον 800 δολαρίων, που θα έπληττε πλατφόρμες όπως οι Shein και Temu.

Το Χονγκ Κονγκ θα προσφύγει στον ΠΟΕ

Το Χονγκ Κονγκ θα προχωρήσει σε προσφυγή κατά των δασμών που επιβλήθηκαν πρόσφατα στην περιοχή αυτή της Κίνας από την κυβέρνηση των ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), έκανε γνωστό ο επικεφαλής της τοπικής κυβέρνησης Έρικ Τσαν σήμερα, επιχειρηματολογώντας πως η Ουάσιγκτον αγνόησε παντελώς το ιδιαίτερο τελωνειακό καθεστώς της πόλης.

Δασμοί: Εργαλείο «εσωτερικής πολιτικής»

Εργαλείο «εσωτερικής πολιτικής», μέσο άσκησης πίεσης σε άλλες χώρες, τρόπος χρηματοδότησης της μείωσης φόρων που σχεδιάζει ή κίνητρο για την ενίσχυση της βιομηχανίας; Ήδη από την προεκλογική του εκστρατεία ο Ντόναλντ Τραμπ βρίσκει συνεχώς νέα πλεονεκτήματα για τους δασμούς που επιθυμεί να επιβάλει.

«Για εμένα ‘οι δασμοί’ είναι ωραία λέξη. Είμαι μια λέξη που θα κάνει τη χώρα μας ξανά πλούσια», διαβεβαίωνε ο Τραμπ στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, υπογραμμίζοντας τη σημασία που δίνει σε αυτό το εργαλείο οικονομικής πολιτικής το οποίο, κατά τη γνώμη του, είχε παραμεληθεί σε μεγάλο βαθμό.

Στόχος του είναι να επιβάλει δασμούς στο σύνολο των προϊόντων που εισάγονται στις ΗΠΑ προκειμένου να χρηματοδοτήσει εν μέρει τις μειώσεις φόρων που επιδιώκει να εφαρμόσει.

Μετά την εκλογή του, στις 5 Νοεμβρίου, οι δασμοί απέκτησαν και νέο ρόλο, ο οποίος επιβεβαιώθηκε αμέσως μετά την ορκωμοσία του στην προεδρία, στις 20 Ιανουαρίου: αποτελούν μέσο άσκησης πίεσης στους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ.

Αρχικά ο Τραμπ έβαλε στο στόχαστρό του τον Καναδά και το Μεξικό, χώρες με τις οποίες οι ΗΠΑ συνδέονται με συμφωνία ελεύθερου εμπορίου η οποία είχε υπογραφεί στη διάρκεια της πρώτης θητείας του Ρεπουμπλικάνου στον Λευκό Οίκο. Με την κίνηση αυτή ο Αμερικανός πρόεδρος επεδίωκε να πείσει τις δύο χώρες να ελέγξουν πιο αποτελεσματικά το λαθρεμπόριο φαιντανύλης και τη διακίνηση μεταναστών.

Ένα καθαρό εργαλείο «εσωτερικής πολιτικής», είχε δηλώσει στα τέλη Ιανουαρίου ο μελλοντικός υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ.

Οι διάφορες δικαιολογίες για την επιβολή δασμών «αυξάνουν κατακόρυφα το ποσοστό αβεβαιότητας» για τις εταιρείες και ενδέχεται να προκαλέσουν «συρρίκνωση των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων», προειδοποίησε ο Μορίς Όμπσφελτ ειδικός του κέντρου ερευνών PIIE στην Ουάσινγκτον.

Ακόμη περισσότερο λόγω του γεγονότος ότι οι ανακλήσεις των δασμών είναι σχεδόν άμεσες, όπως έγινε στην περίπτωση της Κολομβίας, στην οποία ο Τραμπ επέβαλε δασμούς 50% προκειμένου να την αναγκάσει να δεχθεί απελαθέντες παράτυπους μετανάστες, τους οποίους ακύρωσε 24 ώρες αργότερα. Κάτι αντίστοιχο συνέβη με τον Καναδά και το Μεξικό.

«Είναι προφανές ότι το θεωρεί ένα σημαντικό εργαλείο που έχει στη διάθεσή του», επεσήμανε η Κριστίν ΜακΝτάνιελ, ερευνήτρια στο Mercatus Center και πρώην μέλος της κυβέρνησης του Τζορτζ Μπους. «Τους θεωρεί εργαλείο διαπραγμάτευσης και μέσο αλλαγής της εμπορικής ισορροπίας», πρόσθεσε.

Όμως οι δασμοί έχουν απτές επιπτώσεις: η αύξηση κατά 10% των δασμών στα κινεζικά προϊόντα και η επιβολή δασμών 25% στον χάλυβα και το αλουμίνιο ανεβάζουν στα 3 τρισεκ. δολάρια το ποσό των εισαγόμενων προϊόντων στα οποία έχουν επιβληθεί δασμοί, μεγάλη αύξηση σε σχέση με τα 380 δισεκ. δολάρια της πρώτης του θητείας.

Αυτό όμως ασκεί πιέσεις στις τιμές των προϊόντων στις ΗΠΑ, την ώρα που ο πληθωρισμός αυξήθηκε αισθητά τους τελευταίους μήνες παρά το γεγονός ότι ο Τραμπ δεσμευόταν στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας ότι θα τον μειώσει.

Εξάλλου οι «ανταποδοτικοί δασμοί» που έχει απειλήσει ότι θα επιβάλει την επόμενη εβδομάδα ο Αμερικανός πρόεδρος κινδυνεύουν να αυξήσουν περαιτέρω το ποσό των εισαγόμενων στις ΗΠΑ προϊόντων στα οποία θα επιβληθούν δασμοί.

Η ιδέα είναι οι ΗΠΑ να επιβάλουν δασμούς σε όλα τα προϊόντα που εισάγονται στη χώρα αντίστοιχους με αυτούς που επιβάλλουν οι χώρες στα αμερικανικά εξαγόμενα προϊόντα.

«Αυτό που σκέφτεται ο Τραμπ είναι ότι μπορούμε όλοι τουλάχιστον να συμφωνήσουμε ότι αν μας φορολογείτε 20%, πρέπει να κάνουμε κι εμείς το ίδιο. Κατά συνέπεια, αν μειώσουν τους δασμούς τους, θα τους μειώσουμε κι εμείς, αυτή είναι η ιδέα της ανταποδοτικότητας», εξήγησε ο οικονομικός σύμβουλος του Ρεπουμπλικάνου, ο Κέβιν Χάσετ στο CNBC τη Δευτέρα.

Όμως αυτή η χρήση των δασμών τελικά μπορεί να ενοχλήσει τα άλλα κράτη όπως και τις ξένες επιχειρήσεις, προειδοποιούν οικονομολόγοι, γεγονός που εγείρει κινδύνους για την αμερικανική οικονομία.

Από τη μία πλευρά υπάρχει ο κίνδυνος αντιποίνων ή ακόμη και μποϊκοτάζ, όπως συνέβη με τον Καναδά, που ενδέχεται να αποδυναμώσουν τομείς που ήδη αντιμετωπίζουν δυσκολίες, όπως η γεωργία.

Όμως κυρίως οι δασμοί «επηρεάζουν τη φήμη των ΗΠΑ» και «θα είναι επιβλαβείς μακροπρόθεσμα», προειδοποίησε η Κριστίν ΜακΝτάνιελ».

«Είναι πιθανό τελικά να δούμε χώρες να προσπαθήσουν να αποδεσμευθούν από την αμερικανική αγορά. Είναι μια τεράστια αγορά, που προσφέρει μεγάλο κέρδος, αλλά επίσης με μεγάλο ρίσκο, κάτι που τελικά ίσως να αποδειχθεί λιγότερο ελκυστικό από οικονομική άποψη», εκτίμησε ο Μορίς Όμπσφελντ.