Η Βουλή επικύρωσε, κατά πλειοψηφία, τη Διεθνή Συμφωνία, υπό τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας σχετικά με τη διατήρηση και τη βιώσιμη χρήση της θαλάσσιας βιοποικιλότητας σε περιοχές πέραν της εθνικής δικαιοδοσίας. Υπέρ της κύρωσης τάχθηκαν η Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά. Καταψήφισε το ΚΚΕ. «Παρών» δήλωσαν τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης.

Η Συμφωνία είναι εφαρμοστική συμφωνία της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας. Η Ελλάδα μετέχει μαζί με 52 κράτη και την ΕΕ στη συμμαχία υψηλών προσδοκιών για τη Συμφωνία, η οποία παρότρυνε όλα τα κράτη να προβούν σε ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης και στην υιοθέτηση της Συμφωνίας. Όργανα επικύρωσης της Συμφωνίας έχουν καταθέσει μέχρι σήμερα, από την ΕΕ, η Γαλλία και η Ισπανία και η Ελλάδα θα είναι το τρίτο ευρωπαϊκό κράτος-μέλος, μετά την επικύρωση της Συμφωνίας από τη Βουλή των Ελλήνων. Η εν λόγω Συμφωνία έχει έως σήμερα υπογραφεί από 112 κράτη και την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και επικυρωθεί από 21 κράτη (σ.σ. με τη σημερινή ψηφοφορία γίνονται 22 τα κράτη), ενώ προωθείται διεθνώς η επίσπευση της διαδικασίας επικύρωσής της από όλο και περισσότερα κράτη, κάποια εκ των οποίων έχουν δημοσίως δεσμευθεί για αυτό, ώστε να τεθεί το συντομότερο δυνατόν διεθνώς σε ισχύ.

Πριν την έναρξη της ψηφοφορίας, η υφυπουργός Εξωτερικών, Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, αναφέρθηκε στη σημασία της Συμφωνίας για την αναστροφή της φθίνουσας πορείας της κατάστασης των ωκεανών, οι οποίοι καλύπτουν το 70% της επιφάνειας της γης και αποτελούν το 95% της βιόσφαιρας.

«Η υιοθέτηση της εν λόγω Συμφωνίας έρχεται σε μια στιγμή όπου οι καταστροφικές επιπτώσεις από την κλιματική κρίση δεν αποτελούν, πλέον, ένα επιστημονικό σενάριο αλλά ζοφερή πραγματικότητα και η υπέρθερμανση του πλανήτη αλλάζει ριζικά τους ωκεανούς. Η θερμοκρασόα και η οξύτητα αυξάνονται, ενώ μειώνεται η περιεκτικότητα σε οξυγόνο και η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει πολύ ταχύτερα από το αναμενόμενο. Οι επιπτώσεις αυτού του μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος είναι καταστροφικές για τα θαλάσσια οικοσυστήματα. Με τις διασφαλίσεις που προσφέρει η Συμφωνία ευελπιστούμε ότι η θέσπιση διεθνώς σε ισχύ και η συνακόλουθη εφαρμογή της κυρούμενης Συμφωνίας θα αποδειχθεί καταλύτης για την προστασία τις θαλάσσιας βιοποικιλότητας σε περιοχές πέραν της εθνικής δικαιοδοσίας, για την αναστροφή της φθίνουσας πορείας της κατάστασης των ωκεανών οι οποίοι καλύπτουν το 70% της επιφάνειας της γης και αποτελούν το 95% της βιόσφαιρας», δήλωσε η υφυπουργός Εξωτερικών.

Η κ. Παπαδοπούλου απάντησε σε ζητήματα που τέθηκαν κατά τη διάρκεια της συζήτησης. «Τέθηκε το ερώτημα κατά πόσο ενδέχεται να επηρεαστούν η ναυτιλία ή η αλιεία από της ρυθμίσεις της εφαρμοστικής συμφωνίας. Η απάντηση είναι αρνητική, με την εξαίρεση τυχόν περιοριστικών μέτρων που ενδέχεται να ληφθούν σε επιλεγμένες θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές, σε συνεργασία με τους συναφείς παγκόσμιους και περιφερειακούς οργανισμούς», σημείωσε και τόνισε ότι οι διατάξεις της Συμφωνίας, σε συνδυασμό με τη ρήτρα, σύμφωνα με την οποία κατά την εφαρμογή και ερμηνεία της Συμφωνίας δεν θα υποβαθμίζονται οι συναφείς οργανισμοί και θα προάγεται η συνεργασία μαζί τους, διαφυλάσσουν τον ρυθμιστικό και πρωτεύοντα ρόλο του ΙΜΟ ( International Maritime Organization) αλλά και τον ρόλο των περιοχικών οργανισμών αλιείας, όπως η Γενική Επτροπή Αλιείας για τη Μεσόγειο. Επιπλέο, επεσήμανε ότι οι διατάξεις της Συμφωνίας, οι οποίες αφορούν στη συλλογή θαλάσσιων γενετικών πόρων, δεν εφαρμόζονται σε αλευτικές δραστηριότητες.

Η υφυπουργός Εξωτερικών απάντησε και στο κατά πόσον η Τουρκία θα μπορούσε να ανακηρύξει μονομερώς θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές, στα διεθνή ύδατα, τα υπερκείμενα στην υφαλοκρηπίδα. «Αυτό δεν μπορεί να γίνει. Μόνο η Συνέλευση των Συμβαλλομένων Μερών μπορεί να προβεί σε μία τέτοια ανακήρυξη, με ομοφωνία, σύμφωνα με τις διαδικασίες των άρθρων 22 και 23 της Συμφωνίας», υπογράμμισε.

Προηγουμένως, η κ. Παπαδοπούλου είχε τονίσει ότι η Συμφωνία θα ερμηνεύεται και θα εφαρμόζεται εντός του πλαισίου της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας και με τρόπο που συνάδει με τις διατάξεις της.