Η Λίλα Παπαπάσχου & ο Χρήστος Σούτος επισκέφτηκαν το Παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείο Χρήστου Καπράλου και ξεναγήθηκαν στους χώρους του από την κ. Αρετή Ε. Πηγιαδίτη/Ιστορικό Τέχνης & Υπεύθυνη του Παραρτήματος
Μεσημέρι Κυριακής 16/7, στην Αίγινα, με το θερμόμετρο να δείχνει πάνω από 40 βαθμούς Κελσίου (υπό σκιάν…). Ακολουθώντας τον παραλιακό δρόμο προς Σουβάλα βρεθήκαμε σ’ έναν πολύ ιδιαίτερο χώρο, άγριας ομορφιάς και ταυτόχρονα έμπλεο ποιητικότητας, γεμάτο αντιθέσεις χρωμάτων, σχημάτων και φωτός.
Ο προαύλιος χώρος είναι γεμάτος από τις δημιουργίες του σπουδαίου εικαστικού. Δημιουργίες απόλυτα ενταγμένες στη μορφολογία του εδάφους και στο θαλασσινό τοπίο, οι οποίες κάποτε αποτελούσαν χρηστικά αντικείμενα για τον ιδιοκτήτη του σπιτιού, δεσπόζουν στο χώρο δημιουργώντας μία ζεστή και οικεία ατμόσφαιρα.
Ο χαρισματικός καλλιτέχνης λάτρευε τη φύση και γι’ αυτό και χρησιμοποίησε στα έργα του πρωτογενή υλικά, όπως το ξύλο, το μέταλλο και τα πετρώματα. Αγαπημένο του υλικό, εκτός από το ξύλο ευκαλύπτου που προμηθεύονταν από δέντρα που ολοκλήρωσαν τον κύκλο τους (εκτός Αίγινας) ήταν ο πωρόλιθος, η χαρακτηριστική πέτρα της Αίγινας χρώματος κίτρινου, η οποία βρίσκεται σε αφθονία στο νησί.
Το συγκεκριμένο πέτρωμα έβγαινε στα λατομεία της Αίγινας από την αρχαιότητα και αποτέλεσε βασικό υλικό της ανοικοδόμησης του νησιού σε σπίτια, μνημεία και εκκλησίες, αλλά και οικοδομών στην Αθήνα και τον Πειραιά. Ο Χρήστος Καπράλος μαγεύτηκε από τον πωρόλιθο, ο οποίος στα χέρια του απέκτησε ζωή και μορφή.
Απέναντι ακριβώς από το χώρο του μουσείου/εργαστηρίου δεσπόζει με την πλάτη γυρισμένη στη θάλασσα το Άγαλμα της Μάνας. Μπροστά στην παραλία Λιβάδι η μάνα στέκεται αγέρωχη και περιμένει την επιστροφή του γιου της από τη θάλασσα, το χωράφι, την ξενιτιά. Ένα άγαλμα κατασκευασμένο από χαλκό, εμπνευσμένο από την ίδια τη μητέρα του καλλιτέχνη, αποτελεί σημείο αναφοράς, συνολικά για το έργο του. Η φιγούρα της μάνας που αγωνίζεται για την επιβίωση των παιδιών της και πολλές φορές αναγκάζεται να γίνει μάνα και πατέρας μαζί, είναι κυρίαρχη στο έργο του Χ. Καπράλου.
Ευχαριστούμε θερμά για την παραχώρηση των φωτογραφιών του εσωτερικού χώρου του Μουσείου, την κ. Αρετή Ε. Πηγιαδίτη/Ιστορικό Τέχνης και Υπεύθυνη του Παραρτήματος και τους συνεργάτες της, γιατί χωρίς την πολύτιμη συνεργασία τους δεν θα ήταν εφικτό να πραγματοποιηθεί το εν λόγω αφιέρωμα.
Η Λίλα Παπαπάσχου (δεξιά) με την Αρετή Ε. Πηγιαδίτη/Ιστορικό Τέχνης & Υπεύθυνη του Παραρτήματος – Μουσείου “Χρήστος Καπράλος” (κέντρο) και την κ. Μαρίνα Μπόγρη/Φύλακα του Μουσείου
Η κ. Πηγιαδίτη μίλησε στο πλαίσιο της επίσκεψής μας στο ecogreennet.gr, τονίζοντας πόσο σημαντικό είναι για τον πολιτισμό της χώρας, να γίνει ευρύτερα γνωστό το Μουσείο του Χ. Καπράλου στην Αίγινα, τόσο στο εξωτερικό, αλλά και στην Ελλάδα και σε όσους επισκέπτονται το “στολίδι του Αργοσαρωνικού”, είτε για διακοπές ή για μία σύντομη απόδραση από το θόρυβο και το άγχος της πόλης.
Δείτε φωτογραφίες
Χρήστος Καπράλος (1909-1993)
Ο Χρήστος Καπράλος ( 1909-1993) καταγόταν από το Παναιτώλιο Αγρινίου και ανήκε σε αγροτική οικογένεια. Σπούδασε ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα (1929-1934) και γλυπτική στο Παρίσι (1934-1940) στις Ακαδημίες Grande Chaumiere και Colarossi με την υποστήριξη των αδελφών Παπαστράτου. Από 1940 ως το 1946 έζησε στο χωριό του, όπου δούλεψε με μοντέλα τη μητέρα του και συγχωριανούς του.
Το 1946 πραγματοποιεί την πρώτη του έκθεση στην αίθουσα τέχνης «Παρνασσός» στην Αθήνα. Με τη βοήθεια του τότε δημάρχου Κοτζιά αποκτά σπίτι και εργαστήριο στο Κουκάκι, όπου αργότερα οργανώνει και χυτήριο.
Το 1951 έρχεται για πρώτη φορά στην Αίγινα φιλοξενούμενος του Τάκη Καλμούχου. Εδώ ανακαλύπτει τον τοπικό πωρόλιθο, που ως υλικό τον ικανοποιεί για τη δουλειά του. Έκτοτε έρχεται στο νησί κάθε χρόνο νοικιάζοντας ένα δωμάτιο από τον Αντώνη Χατζόπουλο. Από το 1951-1956 φιλοτεχνεί σε πωρόλιθο «Το μνημείο της μάχης της Πίνδου» και το 1957 πραγματοποιεί έκθεση στην αίθουσα της Ηλεκτρικής Εταιρείας Αθηνών-Πειραιώς.
Το 1963 χτίζει το δικό του σπίτι-εργαστήριο στην Αίγινα. Τότε μπόρεσε να πραγματοποιήσει αυτό του το όνειρο, καθώς στην Bienalle της Βενετίας το 1962, όπου εκπροσώπησε την Ελλάδα με χάλκινα έργα, απέκτησε διεθνή αναγνώριση και χρήματα. Ακολουθούν εκθέσεις στην Αμερική, τον Καναδά, την Ευρώπη και την Ιαπωνία.
Στην Αίγινα το 1965 αρχίζει να φιλοτεχνεί έργα σε ξύλο ευκαλύπτου με κορυφαία την «Παρωδία από το αέτωμα της Ολυμπίας» το 1970-1971 και το μνημειακό σύμπλεγμα της «Σταύρωσης» το 1972-1973.Την δεκαετία του 1980 επιδίδεται έντονα στη ζωγραφική και το 1988 δουλεύει την «αναγλυφική ζωγραφική».
Το 1991 δημιουργεί το ίδρυμα «Χρήστου και Σούλης Καπράλου». Τον Ιανουάριο του 1993 φεύγει από τη ζωή σε ηλικία 88 ετών.
Κεντρικός άξονας του έργου του παραμένει πάντα η ανθρώπινη μορφή, ξεκινώντας από ρεαλιστικές διατυπώσεις και προχωρώντας στη συνέχεια προς την αφαιρετικότητα και την αποσπασματικότητα. Δούλεψε με διάφορα υλικά ασκώντας μια τέχνη γνήσια στη λιτότητα, τη συνοπτικότητα και την εκφραστικότητά της, μια τέχνη ελληνική και παγκόσμια ταυτόχρονα.