Το Ecogreennet.gr και η Άννα Ρούτση βρέθηκαν στο 3ο διεθνές συνέδριο Changemakers της Vogue Greece και σας μεταφέρουν τα πιο ενδιαφέροντα και ειλικρινή από όσα είπαν οι καλεσμένοι της πρώτης γραμμής της μόδας διεθνώς!
Σε δύσκολα χρόνια, ακόμα και σε καιρούς πολέμου, η δημιουργικότητα και η μόδα, μεταξύ άλλων, απογειώνονται, λόγω της ανάγκης του κόσμου για κάποιον τρόπο διαφυγής. Σε μια τέτοια δύσκολη εποχή και σε μια μέρα που συνέπεσε με τις εκλογές στις ΗΠΑ πραγματοποιήθηκε το 3ο διεθνές συνέδριο Changemakers της Vogue Greece στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Με επίσημη προσκεκλημένη τη θρυλική σχεδιάστρια Diane Von Furstenberg, το συνέδριο ήταν μια σειρά συναντήσεων, εμπνευστικών και εκμυστηρευτικών, ως επί το πλείστον. Οι ομιλητές, μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα στον κόσμο της μόδας, μίλησαν απλά, ζεστά και με ειλικρίνεια. Και ως συνήθως: Ήταν ντυμένοι και συμπεριφέρονταν απλά και κομψά, ενώ ένα μεγάλο μέρος του κοινού το ζούσε κάπως πιο υπερβολικά.
Το συνέδριο άνοιξε η International Editor At Large της Vogue Greece και παρουσιάστρια του συνεδρίου Sarah Bailey, η οποία κάλεσε στη σκηνή την εκδότρια της Vogue Greece, Αλεξία Κορωναίου και τον Managing Editor των περιοδικών και ειδικών εκδόσεων της Καθημερινής, Γιώργο Τσίρο.
Το πρόγραμμα ξεκίνησε με τη Μαίρη Κατράτζου, που είναι πλέον και creative director για δερμάτινα και αξεσουάρ του οίκου Bulgari. Η γνωστή σχεδιάστρια σε μια ωραία κουβέντα με την αρχισυντάκτρια της Vogue Greece, Έλις Κις, μίλησε για το artmanship και το craftsmanship. Για την ανθεκτικότητα που έμαθε δουλεύοντας στο χώρο και για τις συνεχείς απορρίψεις της θρυλικής καθηγήτριας σχεδίου μόδας, Louise Wilson πριν της ανοίξει τελικά διάπλατα την πόρτα για την πρώτη της δουλειά.
Τι είναι η μόδα χωρίς το χειροποίητο, αναρωτήθηκε η διάσημη σχεδιάστρια, μιλώντας για τη βαρύτητα της παράδοσης και της κληρονομιάς, την αρμονία και τη συμμετρία. «Επειδή υπάρχει πολλή βαβούρα γύρω μας, η αληθινή δημιουργικότητα πρέπει να είναι συνταρακτική», είπε, ενώ για το ΑΙ που ακόμα δεν το έχει εφαρμόσει, αλλά σίγουρα θα χρειαστεί στο μέλλον σχολίασε: «Πάντα θα χρειάζεται το ανθρώπινο όραμα και η δημιουργική σκέψη», ενώ κλείνοντας παρέπεμψε στη φράση του Robert Hughes «The greater the artist, the greater the doubt. Perfect confidence is granted to the less talented as a consolation prize»…
Με τη σειρά του ο creative director του οίκου Mugler, Casey Cadwallader, μίλησε με την συντάκτρια μόδας της Vogue Greece, Ελίνα Δημητριάδη, για συμπερίληψη, αξίες και αλλαγή στην κουλτούρα. Αναφέρθηκε στην κριτική που έχει γίνει στον Mugler για το male gaze στις γυναίκες, να ντύνονται έτσι ώστε να γοητεύουν τους άντρες.
«Εγώ θέλω να νιώθουν ο εαυτός τους. Η πρόκληση είναι να δώσω μια άλλη ζωή στο brand και να με θυμούνται γι’ αυτό», είπε τονίζοντας επίσης ότι πέρα από βραδινά ρούχα, ξεκίνησαν να φτιάχνουν και ρούχα για κάθε μέρα. Χαρακτηριστικά αναφέρθηκε σε ένα εντυπωσιακό αυτοκίνητο που είχε δει σε μια λεωφόρο του LA και γυρνώντας ζήτησε να εφαρμόσουν τις γραμμές του στη νέα κολεξιόν.
Μίλησε επίσης για τα fashion shows: «Μ’ αρέσει η δράση, αλλά τα live shows μπορεί να είναι πολύ τρομακτικά για τα μοντέλα. Από την άλλη, τα fashion videos είναι βαρετά», είπε και περιέγραψε ένα runaway show που σκηνοθετήθηκε για τον οίκο.
Ο Casey είχε σπουδάσει αρχιτεκτονική σε ένα από τα πιο απαιτητικά κολλέγια, το Cornell και όπως είπε «χτίζει τα ρούχα». «Πάντα ήμουν πίσω, δεν φαινόμουν, έβρισκα πόρτες κλειστές. Μη γελιόμαστε, εκτός από εμπιστοσύνη στον εαυτό σου, χρειάζεται και πρόσβαση. Οι νέοι δεν έχουν πρόσβαση, οι πόρτες δεν ανοίγουν εύκολα. Η δική μου πόρτα άνοιξε, όταν ένας φίλος με σύστησε στον οίκο Marc Jacobs για να κάνω την πρακτική μου».
Τι χρειάζεται ένας νέος δημιουργός; Αυτοσεβασμό, φροντίδα και αυτογνωσία, κάτι όχι εύκολο. Ευγένεια, που αλλάζει τον κόσμο. «Και έρευνα, πολλή έρευνα, όχι μέσα από την ευκολία του ίντερνετ και των social media, όπου όλοι καταναλώνουμε τα ίδια. Χρειάζονται βιβλία, ψάξιμο σε σπάνιες πηγές, αυτά που μόνο εσύ θα βρεις, όχι όλοι».
Ακολούθησε η Sandra Choi, creative director του Jimmy Choo που το 2026 θα γίνει 30 χρονών. Όπως είπε η Sandra, είναι ευκολότερο να κάνεις την πρώτη συλλογή, μετά όμως θέλει πολλή δουλειά για να συνεχίσεις με επιτυχία. Όλα τα παπούτσια τεστάρονται για την άνεσή τους, όπως είπε. «Αν δεν αισθάνεσαι υπέροχα και δεν μπορείς να φορέσεις αυτό που φτιάξαμε, τότε έχουμε αποτύχει», σημείωσε, κάνοντας αναδρομή στο χειροποίητο παπούτσι, στο οποίο έμαθε από τα 17 της στον διάσημο οίκο.
Παλιότερα τα παπούτσια ήταν μόνο για το κόκκινο χαλί, τώρα κάνουμε και φανταστικά trainers, αλλά και πολύ πετυχημένα αρώματα, γυαλιά ηλίου, κλπ. «Ο κόσμος έχει αλλάξει, αλλά εμείς συνεχίζουμε να κάνουμε ωραία πράγματα για να ευχαριστιέται», μας είπε, αφού πρώτα είχαμε αναφερθεί και στην ατάκα της Carrie Bradshaw από το Sex and the city “I lost my Choo!”
Πολύ ενδιαφέρουσα ήταν η συζήτηση μεταξύ σχεδιαστών κοσμημάτων, με συμμετέχοντες τον Αρίωνα Σπυρίδη (General Manager, Minas Designs), τον Γιάννη Σεργάκη και την Ιλεάνα Μακρή (σχεδιαστές) και συντονίστρια την Έλις κις.
Ερευνήθηκαν οι λόγοι για το success story και τη μεγάλη εξωστρέφεια του ελληνικού κοσμήματος τα τελευταία χρόνια. Ένα κόσμημα με ρίζες στην αρχαία Ελλάδα που ταξιδεύει στο χρόνο και εξελίσσεται. Η Ελλάδα, όπως τόνισαν, διαθέτει πολύ καλούς τεχνίτες και στην οικονομική κρίση ουσιαστικά αναγκαστήκαμε να γίνουμε πιο εξωστρεφείς, να βγούμε προς τα έξω.
Η δε αξία και η ιστορία του ελληνικού κοσμήματος αναγνωρίζεται στο εξωτερικό, ενώ παράλληλα εκτιμάται η δημιουργικότητα των νέων σχεδιαστών. Πλέον το κόσμημα φοριέται πρωί-βράδυ, δεν το φοράς μόνο με ιδιαίτερες αφορμές. Το κόσμημα αλλάζει μορφή, γίνεται ένα αξεσουάρ με αξία και δεν ακολουθεί τις παλιές φόρμες, γιατί σήμερα υπάρχει ελευθερία έκφρασης σε όλα. Ο Γιάννης Σεργιάκης που άνοιξε κατάστημα του οίκου στο Παρίσι είπε χαρακτηριστικά ο, η Αθήνα είναι πιο ακριβή, αφού η αγορά μάλιστα περιορίζεται σε έναν δρόμο, τη Βουκουρεστίου.
Οι ομιλητές αναφέρθηκαν και στην ηθική και βιωσιμότητα του κοσμήματος, αφού με τα υπόλοιπα και με τα ρινίσματα μπορείς να φτιάξεις νέα κοσμήματα ή να τα λιώσεις και να φτιάξεις νέα. Επίσης, έθιξαν το ζήτημα των απομιμήσεων, κάτι που απασχολεί ιδιαίτερα τους οίκους, εφόσον, όπως είπε χαρακτηριστικά ο Σεργάκης που δουλεύει κυρίως παραδοσιακά με διαμάντια, σε ισπανική αλυσίδα είδε το pétale του με 9,99.
Πολλές παρόμοιες εμπειρίες έχει και ο οίκος Minas. Όπως είπε ο συνεχιστής του, Αρίων Σπυρίδης, είναι πολύ σημαντικό να κατοχυρώνεις τα σχέδια και πλέον είσαι περισσότερο κατοχυρωμένος, ακόμα και αν υπάρχει μια μικρή παραλλαγή στην απομίμηση. «Έχουμε κερδίσει 6-7 υποθέσεις απομιμήσεων με παραλλαγές, δεν μιλάμε για απομιμήσεις όπου υπάρχει και η υπογραφή, εκεί πια είναι ποινικό ζήτημα».
«Δεν αρκεί το ταλέντο, θέλει και πολλή δουλειά», επισήμανε η Ιλεάνα Μακρή, ενώ οι συμβουλές στους νέους σχεδιαστές ήταν να μην φοβούνται γιατί υπάρχει χώρος για όλους και η αγορά είναι τεράστια. «Να εμπνέονται μεν, αλλά να βγάζουν τη δική τους άποψη, να βρουν την ταυτότητά τους. Η δε ελληνική αγορά θέλει συσπείρωση, να δημιουργήσει λόμπι και να βγαίνει έξω, όπως είχε ξεκινήσει παλιότερα με το Hellenic Wave», τόνισαν.
Στο πάνελ με τίτλο What lies ahead με τους Venya Brykalin (αρχισυντάκτρια της Vogue Ukraine), Linda Loppa (επιμελήτρια και εκπαιδεύτρια), Olya Kuryshchuk (ιδρύτρια και αρχισυντάκτρια του 1 Granary), σε συντονισμό του δημοσιογράφου Alexander Fury (διευθυντή μόδας του AnOther Magazine και κριτικό ανδρικής μόδας των Financial Times), ιδιαίτερη αίσθηση έκανε η Olya Kuryshchuk, η οποία χαρακτηριστικά είπε:
«Δεν ξέρω πια τι μου φαίνεται συναρπαστικό! Ό,τι μου φαινόταν συναρπαστικό, δεν έχει βάθος. Κάτι λιγότερο εντυπωσιακό, μπορεί να έχει περισσότερο βάθος», είπε, αναφερόμενη σε θέματα κυρίως περιβαλλοντικά και κλίματος.
«Βλέπεις 50 looks φορεμάτων από πολυεστέρα, που δεν έχουν αξία και προκαλούν μεγάλη καταστροφή. Καλύτερα να παράγουμε λιγότερα και καλύτερα ρούχα. Εν τω μεταξύ, όλοι αντιγράφουν. Παρακολουθούν το vibe γύρω από κάθε δημιουργό και προσαρμόζουν και τα δικά τους σχέδια ανάλογα με το ρεύμα».
Οι ομιλητές μίλησαν και για την ευθύνη των ΜΜΕ στο πώς πουλάνε την εικόνα και με πόση ταχύτητα γίνονται γνωστοί άνθρωποι και πράγματα χαμηλής ποιότητας. Επίσης μίλησαν για τις σχολές μόδας και το ρόλο της εκπαίδευσης: «Κλείστε τις όλες κι ας ξεκινήσουμε από την αρχή, από το να φτιάξει κανείς ένα αυθεντικό σακάκι. Το να σπουδάσεις σχεδιαστής, δε σημαίνει κι ότι θα γίνεις. Δεν υπάρχει χώρος και η πίεση στους νέους, να πιάσουν το 10% ή και το 1% από τον υπάρχοντα χώρο, να έχουν αμέσως επιδόσεις, να είναι πρωτότυποι, να έχουν πάθος κλπ, είναι τεράστια! Είναι όμως ένα θέμα για τις σχολές, αν θα θυσιάσουν το 99% για το 1% που πραγματικά ξεχωρίζει ή το αντίστροφο!».
Τόσο η Olya όσο και ο Alexander εξέφρασαν την απορία τους γιατί τα παιδιά μαθαίνουν από τις σχολές να ασχολούνται τόσο πολύ με τις προσωπικές ιστορίες των δημιουργών. «Η ατομική ιστορία δεν έχει ενδιαφέρον όταν βγαίνεις έξω. Χρειάζεται να έχεις μάθει στην ομαδική δουλειά, να μην είσαι αποκομμένος από τον κόσμο. Αντί να κοιτάμε τη δουλειά του κάθε δημιουργού, η ατζέντα περιορίζεται στην προσωπική του ζωή. Ας σταματήσουμε όμως να αγνοούμε το περιεχόμενο!», είπαν.
Ένα από τα highlight του συνεδρίου ήταν η παρουσία του θρυλικού supermodel των ‘70s και ηθοποιού Marisa Berenson, μιας απίστευτης λάμψης και ζεστασιάς και φυσιογνωμικής ευγένειας γυναίκα. Εγγονή της διάσημης σχεδιάστριας Elsa Schiaparelli, με συνεργασίες με σχεδιαστές όπως ο Yves Saint Laurent και ο Halston.
Η Marisa συνομιλώντας με τον editor at large της Vogue Greece, Filep Motwary, μας αποκάλυψε ότι η οικογένειά της με την ευρωπαϊκή ανατροφή, το εσωτερικό σχολείο κλπ ποτέ δεν αποδέχθηκε ουσιαστικά την απόφασή της να αφοσιωθεί στο μόντελινγκ, αλλά εκείνη το έκανε έτσι κι αλλιώς.
Ήδη στα 16 της η οικογενειακή τους φίλη, θρυλική Diane Vreeland την ξεχώρισε για φωτογράφιση κι από τότε έζησε μια ζωή γεμάτη ελευθερία στη Νέα Υόρκη, χωρίς κανόνες, χωρίς ίντερνετ, όπως είπε γελώντας. Το σημαντικότερο στη ζωή είναι η πειθαρχία, της είχε μάθει η Diane, είχε συνηθίσει πάντως να εκτιμά τον εαυτό της μέσα από τα μάτια των άλλων κι όχι τα δικά της.
Στην ενότητα The making of a fashion show μπήκαμε στο μυθικό χώρο της πασαρέλας και των fashion shows. Είχαμε την τύχη να δούμε insights από backstage. Το πώς χτίζεται ένα σόου; Να εξερευνήσουμε το ρόλο της μουσικής, πώς αντανακλά την εποχή και την ταυτότητα του κάθε brand και κυρίως πώς πετυχαίνει να δημιουργεί συναίσθημα, αναμνήσεις και προσοχή. Τα σόου αυτά είναι η μεγαλύτερη ίσως επένδυση των οίκων, στοιχίζουν εκατομμύρια για μόλις λίγα λεπτά.
Πολλά ειπώθηκαν στη συζήτηση με τον ιδρυτή του Bureau Betak, Alexandre de Betak, τον ιδρυτή του Lucien Pages Communication, Lucien Pagès, τον sound director Michel Gaubert και την ιδρύτρια και Global Editor in Chief του 10 Magazine, Sophia Neophitou-Apostolou, με συντονίστρια την σύμβουλο Emily Zak.
Ο de Betak θυμήθηκε γελώντας ένα σόου, όπου έπρεπε να κατασκευαστεί ένα τεράστιο βουνό από λουλούδια. «Τα μόνα διαθέσιμα σε ποσότητα ενός εκατομμυρίου λουλουδιών την τελευταία στιγμή που ψάχναμε, ήταν το άνθος δελφίνιο. Ο κόσμος νομίζει ότι όλα είναι πολύ εγκαίρως και στην τελευταία λεπτομέρεια προσχεδιασμένα ή ότι υπάρχουν ιδιαίτεροι συμβολισμοί, αλλά δεν συμβαίνει πάντα αυτό!».
O Gaubert τόνισε ότι τα online shows κατά την πανδημία δεν είχαν κανένα συναίσθημα κι ευτυχώς ξαναγυρίσαμε στα ζωντανά, που έγιναν μάλιστα περισσότερα και μεγαλύτερα, κάτι σαν ροκ συναυλίες. Ενδιαφέρον έχει η παρατήρηση του de Betak, ότι, ενώ οι οίκοι της μόδας γιγαντώνονται, είναι από τους λίγους χώρους, όπου για να ληφθούν πρακτικές αποφάσεις, όπως η μουσική, ο φωτισμός, κλπ σε ένα σόου, θα γίνει συζήτηση σε ένα μικρό δωμάτιο με 2-3 ανθρώπους -κλειδιά απευθείας, χωρίς γραφειοκρατίες και μεσάζοντες.
Άλλο ένα highlight ήταν η κουβέντα που είχε η Cindy Bruna, supermodel, ambassador της L’Oréal Paris και ακτιβίστρια, με τον πολιτιστικό συντάκτη της Vogue Greece, Βλάση Κωστούρο. Η Cindy μας μίλησε για την προσπάθειά της να μπει από μικρό κορίτσι στο χώρο του modelling, ο οποίος όμως δεν της άνοιγε εύκολα τις πόρτες του. «Τότε στο Παρίσι δεν το έκρυβαν καθόλου από τους ατζέντηδες μου, ότι ο λόγος που με απέρριπταν ήταν το χρώμα μου κι όχι πχ ότι δεν είχα book», είπε χαρακτηριστικά.
Τελικά βέβαια βρήκε το δρόμο της στη Νέα Υόρκη. Μίλησε για τις αξίες και την ανάγκη αυτοκαθορισμού και γνώσης των ορίων σου. Για τα σγουρά μαλλιά της για τα οποία διαμαρτύρονταν οι hair stylists και την ταλαιπωρούσαν, ενώ τώρα επιτέλους τα έχει ελεύθερα. Η συμβουλή της; Να βρεις τον άνθρωπο στο χώρο αυτόν που να πιστεύει σε σένα, ίσως και παραπάνω από σένα την ίδια.
Η Cindy μας μίλησε για την εκστρατεία της κατά της ενδοοικογενειακής βίας ως ambassador της γαλλικής οργάνωσης Solidarité Femmes. Αυτά που είχε ζήσει από παιδί με τη μαμά της στο σπίτι την παρακίνησαν να μιλήσει, από το 2017, να μοιραστεί ιστορίες και το τραύμα της με ειδικούς και ανθρώπους που είχαν παρόμοιες εμπειρίες και να ενδυναμωθεί. «Έσπασα τη σιωπή και θέλω να μιλάω γι’ αυτό», είπε.
Τι θα έλεγε τώρα στις γυναίκες που υφίστανται βία; Ότι η ντροπή δεν είναι δική τους αλλά του κακοποιητή. «Υπάρχει ο φόβος που σε κάνει να φύγεις και ο φόβος που σε παραλύει και δεν σ’ αφήνει να πας παραπέρα. Να αναζητήσεις βοήθεια, δεν είσαι μόνη, μπορούμε να κάνουμε την αλλαγή μαζί. Χρειάζεται ευαισθητοποίηση», ενθάρρυνε το κοινό.
Στη συνέχεια η Iris Van Herpen, μία από τις πιο αυθεντικές avant-garde φωνές στο χώρο της μόδας, μίλησε με τον editor at Large της Vogue Greece, Filep Motwary, για την αγάπη στη λεπτομέρεια, για την απόλυτη σύνδεση τέχνης και μόδας και για τη «χαοτική» δημιουργική διαδικασία. «Μου αρέσει να σκέφτομαι για τη δουλειά μου ότι οπτικοποιώ το αόρατο. Θέλω οι συλλογές μου να γεννιούνται αυθόρμητα. Για εμένα αυτές οι συλλογές είναι οι καλύτερες. Το κόνσεπτ έρχεται πολύ φυσικά», δήλωσε.
Η τελευταία λαμπερή προσκεκλημένη του τρίτου συνεδρίου της Vogue Greece είναι μια σχεδιάστρια-θρύλος. Η εμβληματική Diane Von Furstenberg, κόρη επιζήσασας του Άουσβιτς, με μια τεράστια και όχι πάντα ευθύγραμμη πορεία στο χώρο της μόδας και της επιχειρηματικότητας, είχε μια ζεστή και ειλικρινή συζήτηση με την Έλις Κις.
«Όταν είσαι υπεύθυνος για τον εαυτό σου και αληθινός, είσαι ελεύθερος. Μεγαλώνοντας ήξερα το είδος της γυναίκας που ήθελα να είμαι, ήθελα να είμαι μια γυναίκα υπεύθυνη. Να έχω τη ζωή ενός άντρα στο σώμα μιας γυναίκας. Το υπεύθυνος δεν σημαίνει επιθετικός. Είναι μια δέσμευση στον εαυτό μας. Είναι η σχέση που έχουμε με τον εαυτό μας», είπε μεταξύ άλλων, σχολιάζοντας μεταξύ άλλων ότι το wrap dress ήταν τελικά αυτό που την δημιούργησε.