Η Λίλα Παπαπάσχου είδε τη σειρά-φαινόμενο του Netflix και απαντά στο ερώτημα του τίτλου, εστιάζοντας στα στοιχεία που την καθιστούν το απόλυτο must see
Το Μικρό Ταρανδάκι, το παρακολούθησα…απνευστί. Μέσα σε μια βραδιά. Μη μπορώντας να αντισταθώ, όπως τόσοι θεατές ανά τον πλανήτη, στη νοσηρή γοητεία του. Στη σκοτεινή σαγήνη μιας εξωφρενικής ιστορίας καταδίωξης και παρενόχλησης, που βασίζεται σε αληθινά γεγονότα.
Καθώς εξελίσσεται η πλοκή, ο «ηθικός αυτουργός» αυτής της εμπνευσμένης μίνι σειράς με το αυθάδικο χιούμορ, τον απερίφραστο κυνισμό αλλά και την τεράστια ευαισθησία κλείνει το μάτι στους θεατές, που βιάζονται – από συνήθεια! -να κολλήσουν τα ταμπελάκια τους σε θύτες και θύματα. Ο Ντόνι Νταν του Ρίτσαρντ Γκαντ όμως, δεν είναι ένα μονοδιάστατο ον που υφίσταται βία, καταπίεση και όλα όσα αυτά συνεπάγονται…ερήμην του.
Φαινομενικά όλα τα δεινά του ήρωα ξεκινούν από μια απλή πράξη καλοσύνης. Οι ρίζες του «τραύματος» παρόλα αυτά είναι πολύ πιο βαθιές και τον κρατούν «αιχμάλωτο» περισσότερο απ’ ότι η ανηλεής στόκερ του, η μεσήλικη Μάρθα. Γιατί απ’ τον stalker σου μπορείς να ξεφύγεις, από τον εαυτό σου όμως…είναι πολύ πιο δύσκολο, σχεδόν ανέφικτο.
First thing first…
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, Το Baby Reindeer, βασίζεται στο ομώνυμο, αυτό-αναφορικό και βραβευμένο θεατρικό έργο του Σκωτσέζου κωμικού Richard Gadd, το οποίο παρουσιάστηκε με επιτυχία στο Edinburgh Fringe Festival και στη συνέχεια στο Bush Theatre του Λονδίνου (2019). Ο ίδιος έγραψε και δημιούργησε και την τηλεοπτική σειρά, παρουσιάζοντας μία εναλλακτική εκδοχή του εαυτού του, τον Ντόνι Νταν.
Με βάση την πλοκή, μέσα από μια σειρά αλλόκοτων, κωμικοτραγικών γεγονότων, ο νεαρός wannabe κωμικός γίνεται ο “στόχος” μίας εκ πρώτης όψεως ευάλωτης γυναίκας, την οποία αρχικά συμπονά και γι’ αυτό αποφασίζει να της τονώσει την αυτοπεποίθηση, πέφτοντας σταδιακά στις παγίδες συναισθηματικού εκβιασμού – και εκφοβισμού – που του στήνει. Η Μάρθα γίνεται η Νέμεσις του και μαζί ο καθρέφτης του δικού του ψυχισμού, της δικής του “αρρώστιας”. Μίας αρρώστιας που διαποτίζει όλες τις σημαντικές σχέσεις της ζωής του (γονείς, εραστές, φίλους, εργασιακές σχέσεις κλπ), καθιστώντας ακόμα κι αυτήν, τη διώκτρια του, ένα ιδιόμορφο ερωτικό φετίχ.
Η επιλογή του να πρωταγωνιστήσει στη σειρά ήταν από μόνη της ένα σημαντικό ρίσκο, λόγω των δυσδιάκριτων ορίων ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία. Ποιος όμως θα μπορούσε να υποδυθεί καλύτερα από τον ίδιο τον “παθόντα”, έναν τόσο περίπλοκο, αυτοκαταστροφικό και γεμάτο αντιφάσεις χαρακτήρα; Ευτυχώς το υποκριτικό ταλέντο του Ρ. Γκαντ και η αυθεντική ανάγκη του να μιλήσει μέσα από κάτι τόσο προσωπικό για τόσο οικουμενικά θέματα, οδήγησαν σε μία από τις πιο ενδιαφέρουσες και πρωτότυπες σειρές που έχουμε παρακολουθήσει τα τελευταία χρόνια. Ειλικρινά θεωρούσα, ότι μετά το συγκλονιστικό “Μάθημα” δεν θα μπορούσα εύκολα να συγκινηθώ από άλλη σειρά τόσο άμεσα. Χαίρομαι που διαψεύστηκα.
Οι αντι-ήρωες κάνουν τη διαφορά…
Με τον ίδιο τον Ρίτσαρντ Γκαντ λοιπόν στο ρόλο του Ντόνι Νταν και την υπέροχη Jessica Gunning, ως Μάρθα, στο επίκεντρο της εφιαλτικής αυτής ιστορίας, παρακολουθούμε μέσα από συνεχείς ανατροπές τη φρίκη, αλλά και το κρυμμένο μεγαλείο της σύγχρονης καθημερινότητας. Οι σταδιακές σεναριακές αποκαλύψεις μας κάνουν κοινωνούς μίας ιστορίας καθημερινής τρέλας, από αυτές που συχνά συντελούνται δίπλα μας και δεν μιλάω φυσικά μόνο για την παρενόχληση αυτήν καθαυτή.
Μοναξιά, κοινωνικό περιθώριο, ναρκωτικά και λοιπές εξαρτήσεις, ανασφάλεια, ρατσισμός, ομοφοβία και τρανσφοβία, σεξουαλική κακοποίηση και πολλά ακόμη, συνθέτουν το προφίλ των σύγχρονων κοινωνιών που νοιάζονται περισσότερο για το φαίνεσθαι, παρά για την ευημερία των πολιτών τους. Το παν είναι να μην διαταραχθεί η επίπλαστη κανονικότητα κι ας βράζει από κάτω το καζάνι των οικονομικών ανισοτήτων, των κοινωνικών διακρίσεων, της καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εξ ου και το γεγονός, ότι η προσφυγή του κεντρικού ήρωα στις αρχές για την προστασία του, ήταν ένας δευτερογενής «βιασμός». Η αδιαφορία και η προσκόλληση στις νομικές διατυπώσεις ενός ολόκληρου συστήματος, σε συνδυασμό με κάποιες διαβολικές συμπτώσεις, τον κατέστησαν βορά μίας επίμονης στόκερ, που «έξυσε» άθελα της (ή ηθελημένα…) μια παλιά πληγή. Το τραύμα, του τραύματος, ω τραύμα!
Εκτός από τους δύο βασικούς πρωταγωνιστές όμως, αίσθηση προκαλούν και οι υπόλοιποι ρόλοι του έργου. Ξεχωρίζει με διαφορά αυτός της Τέρι, μίας τρανς γυναίκας, όχι γιατί αυτό επιβάλλει η politically correct εποχή μας, αλλά γιατί το αξίζει. Η γοητευτικότατη ηθοποιός Νάβα Μάου (Nava Mau) υποδύεται έναν από τους πιο «υγιής» ρόλους της σειράς, επιλέγοντας το φως και την αλήθεια, όταν όλα και όλοι γύρω της παραδίδονται στη διαστροφή και το σκοτάδι.
Τι να πρωτογράψει κανείς για την «έκπτωτη» δικηγόρο, Μάρθα, της χαρισματικής Τζέσικα Γκάνινγκ, που κατάφερε να κάνει σχεδόν συμπαθή, έναν τόσο διαταραγμένο, συχνά αποκρουστικό χαρακτήρα. Ένοχη μεν για πολλά, όχι όμως για όλα, καθώς θύμα και θύτης βαδίζουν στον ίδιο ολισθηρό δρόμο, από διαφορετικές κατευθύνσεις. Στο τέλος ό,τι κέρασες θα λάβεις κύριε Νταν, παραδίδοντας εαυτόν στην «καλοσύνη των ξένων», γιατί η εναλλαγή των ρόλων -στη σειρά και τη ζωή- είναι ίσως η μόνη μας σταθερά.
Όμορφη, δυναμική, ελκυστική και δοτική, η Τέρι της Νάβα Μάου (Nava Mau)
Η Jessica Gunning ως Μάρθα, συγκινεί και τρομάζει ταυτόχρονα
Ένας μονόλογος, γροθιά στο στομάχι της ψηφιακής μας – και όχι μόνο – αποχαύνωσης
Τα είπε δημόσια μέχρι και ο μετρ του τρόμου Στίβεν Κινγκ, ποιοι είμαστε εμείς να διαφωνήσουμε; Ο χειμαρρώδης μονόλογος του αποφασισμένου πλέον Ντόνι Νταν μπροστά στο εμβρόντητο κοινό ενός διαγωνισμού stand up κωμωδίας, είναι η επιτομή της δραματουργικής ανατροπής – και κορύφωσης! Αντί για αστειάκια, γελάκια και ηθική δικαίωση των προσπαθειών του ήρωα τύπου αμερικάνικο όνειρο, in-yer-face εξομολόγηση κι όποιος καταλάβει, κατάλαβε.
Το ευχάριστο είναι πως οι περισσότεροι κατάλαβαν. Ο μονόλογος του Ντόνι έγινε viral και θα μας στοιχειώνει για πολύ καιρό…ξεβολεύοντας ακόμα κι όσους νομίζουν πως δεν έχουν πια ανάγκη το “λούτρινο κουκλάκι” τους για να νιώσουν ασφαλείς και να κοιμηθούν ήσυχα τα βράδια.
Το Μικρό Ταρανδάκι θα σας…κουτουλήσει άγρια!