Ο Γιώργος Κογκαλίδης με αφορμή την φωτογραφία που ανέβασε η Λίβερπουλ με τους 684 εργαζόμενους στον αγγλικό ποδοσφαιρικό σύλλογο γράφει για το πόσο σημαντικό είναι για έναν οργανισμό το ανθρώπινο δυναμικό του και κάνει συγκρίσεις με τις ελληνικές ΠΑΕ

Αν κι ελαχίστως ασχολούμαι με το ποδόσφαιρο, ακόμα λιγότερο με αυτό που παίζεται στο νησί, οφείλω να ξεκαθαρίσω ότι ούτε οπαδός της Λίβερπουλ είμαι (το αντίθετο), ούτε με εξιτάρει ο τρόπος που προσεγγίζουν το άθλημα οι Άγγλοι. Αυτό για να μην θεωρήσει κανείς ότι είμαι λάτρης των «κόκκινων», ή του Κλοπ.

Εννέα χρόνια (για να το λένε έτσι θα είναι) συνεργάστηκε με τη Λίβερπουλ ο Γερμανός. Φαντάζομαι το πρώτο πράγμα που μαθαίνει κανείς στο Άλφιλντ είναι το «you never walk alone». Κάτι περισσότερο από ύμνος, που όσα χρόνια τον ακούω ίσως για πρώτη φορά να πίστεψα ότι δεν είναι απλά κάποιοι στίχοι που μελοποιήθηκαν.

Η Λίβερπουλ ανέβασε στο Instagram μια φωτογραφία κι ένα βίντεο του Κλοπ με τους εργαζόμενους, που συνεργάστηκαν μαζί του αυτά τα εννέα χρόνια. Στο σύνολό τους είναι 684. Ολογράφως για να το καταλάβουμε: Εξακόσιοι ογδόντα τέσσερις!

Αφήνω τον Κλοπ, τη Λίβερπουλ και το τραγούδι και σκέφτομαι πως αν ποτέ αποφασίσουν τρομοκράτες να εκτελέσουν όσους είχαν κι έχουν στα χέρια τους ποδοσφαιρικούς επαγγελματικούς συλλόγους, οι δικοί μας θα πάνε αδικοχαμένοι. Σε στυλ «κλαίνε οι χήρες κι οι ορφανές, κλαίνε κι οι παντρεμένες».

Θα μου κάνει φοβερή εντύπωση αν οι εργαζόμενοι όλων των ΠΑΕ στη Super League είναι 684. Άντε να βάλουμε και όσους απασχολεί η Λίγκα, να προσθέσουμε και αυτούς της ΕΠΟ. Ενδεχομένως να φτάσουμε στο νούμερο αυτό, αν προσθέσουμε τους επαγγελματίες που ψήνουν τα λεγόμενα «βρώμικα» έξω από τα γήπεδα.

Η Λίβερπουλ είναι «οργανισμός», που ταΐζει πάνω από 200 οικογένειες, αν κάνει κανείς μια απλή αναγωγή. Μιλάμε για τους άμεσα εμπλεκόμενους, χωρίς να συνυπολογίζουμε τη μακροοικονομία του ποδοσφαίρου, καθώς ακόμα κι οι εργαζόμενοι μιας παμπ, η οποία γεμίζει όταν δείχνει αγώνες των «κόκκινων», έχουν εμμέσως οικονομική σχέση. Και πάει λέγοντας…

Το ποδόσφαιρο δεν είναι μόνο πάθος. Είναι μια τεράστια επιχείρηση, ο τζίρος της οποίας -λένε πως- ξεπερνά τον τζίρο άλλων επικερδών (όχι κατ’ ανάγκη 100% νόμιμων) ασχολιών, όπως το εμπόριο όπλων, ή το εμπόριο λευκής σάρκας. Έχει στις τάξεις του από παιδιά που παίζουν ξυπόλητα στη μαύρη ήπειρο μέχρι βαρόνους και τύπους που δεν θα ήθελες να έχεις στο σαλόνι σου. Ανθρώπους που παίζουν για την τρέλα τους κι άλλους που ξεπλένουν χρήματα.

Το ποδόσφαιρο είναι και μέσο βιοπορισμού για ανθρώπους που δεν μπορούν να κλοτσήσουν, που δεν έχουν μπει στις τέσσερις γραμμές, αλλά δουλεύουν γι’ αυτό. Αυτούς που κανείς δεν γνωρίζει, αυτούς που ο ορισμός «ευτυχία είναι το παιχνίδι» ίσως να μην τους αγγίζει. Αυτούς με τους οποίους κανείς δεν θα ασχοληθεί, εκτός από έναν οργανισμό (κι έναν προπονητή), που πάνω και πρώτα απ’ όλα σέβεται τον εαυτό του.

Δεν φιλοδοξώ να δω 500-600 εργαζόμενους σε ελληνική ΠΑΕ, αλλά διάολε να έχουν ανθρώπους για κάθε εργασία και ρόλο. Τότε ίσως προσεγγίσουμε το πραγματικό ποδόσφαιρο. Γιατί πριν φτάσουμε να δούμε όσους είναι μέσα στις τέσσερις γραμμές, πρέπει να σκεφτούμε ότι ένας οργανισμός είναι το ανθρώπινο δυναμικό του.

Στην Αγγλία, στη Λίβερπουλ, είναι 684 οι άνθρωποι που δούλεψαν και δουλεύουν την τελευταία δεκαετία στην ομάδα. Στην Ελλάδα μπορεί να είναι κι αυτό που έγραψε ο Αλέξανδρος Μπάρας και το ανακαλύψαμε χάρη στη μουσική τού Θάνου Μικρούτσικου: «Είναι το πυκνό συλλαλητήριο, που οργανώνει μόνος ένας, μόνος…».