Ο Χρήστος Νομικός με αφορμή την επέτειο θανάτου του μεγάλου λογοτέχνη τον Ιούλιο του 2018, παρουσιάζει ένα ξεχωριστό αφιέρωμα σε μία από τις πιο αγαπημένες ποιητικές φωνές της σύγχρονης εποχής
Ο Μάνος Ελευθερίου (Ερμούπολη, 12 Μαρτίου 1938 – Αθήνα, 22 Ιουλίου 2018) ήταν Έλληνας ποιητής, στιχουργός και πεζογράφος. Έχει γράψει ποιητικές συλλογές, διηγήματα, μία νουβέλα, δύο μυθιστορήματα και περισσότερα από 400 τραγούδια. Παράλληλα εργάστηκε ως αρθρογράφος, επιμελητής εκδόσεων, εικονογράφος και ραδιοφωνικός παραγωγός.
Υπήρξε μια από τους σπουδαιότερες παρουσίες στα ελληνικά γράμματα και το τραγούδι. Ένας ποιητής που έπιανε με τις λέξεις και τους στίχους του τον παλμό του κόσμου και της εποχής, μέσα από επίγειες αλλά και υπόγειες διαδρομές. Κατάφερε δε από νωρίς να διαμορφώσει ένα δικό του ολότελα προσωπικό στυλ.
Όσοι είχαμε την τύχη να τον γνωρίσουμε από κοντά μπορούμε να πιστοποιήσουμε πως η απουσία του είναι εκκωφαντική. Άνθρωπος σπάνιας ευαισθησίας, μειλίχιος, σχεδόν στωικός (καίτοι αναρχικός στην τέχνη του), όπου μέσα του κυκλοφορούσαν οι λέξεις άλλοτε με την δωρικότητα και άλλοτε με μια μοναδική ευρύτητα .
Ο Μάνος Ελευθερίου υπήρξε η λεπτή έντιμη φωνή μιας ολόκληρης χώρας, καίτοι ο ίδιος ποτέ δεν διεκδικούσε για τον εαυτό του τέτοιου είδους παράσημα.
Σπάνια συναντάς ανθρώπους που μπορεί να τους λείπει το μπόι, να μην έχουν αθλητικό παράστημα, που μιλούν σιγά, σχεδόν ψιθυριστά, αλλά να φαντάζουν στα μάτια σου θεόρατοι.
Μια τέτοια περίπτωση ήταν ο Μάνος Ελευθερίου. Τον έβλεπες να έρχεται με το σιγανό του περπάτημα σε κάποια παρουσίαση βιβλίου κι αμέσως γέμιζε ο χώρος. Ακόμη κι όταν καθόταν ήσυχα και ταπεινά(ως συνήθως) σε μια θέση στην άκρη της «σκηνής» και πάλι όλα τα βλέμματα στρέφονταν πάνω του. Η πρώτη του αντίδραση ήταν να σκύψει με εκείνη τη συστολή που έχουν οι ατόφια ευγενείς άνθρωποι. Οι ευγενείς κυκλαδίτες!!

Φαίνεται στ’ αλήθεια παράξενο, αλλά δεν ήθελε από μικρός να γίνει συγγραφέας. Αρχικά ονειρευόταν να γίνει μηχανικός στα καράβια. Η λογοτεχνία ήρθε πολύ μετά στη ζωή του. Άλλωστε έχοντας ναυτικό πατέρα αλλά και φίλους ναυτικούς η θάλασσα ήταν στο αίμα του. Χαρακτηριστικό το ποίημα του που μελοποιήθηκε στον Άγιο Φεβρουάριο «Σταμάτης Κομνηνός»
«Ήταν Δεκέβρης του 1971, όταν ο σπουδαίος Μάνος Ελευθερίου έγραψε αυτούς τους στίχους για τον Σταμάτη Κομνηνό, τον ναυτικό από την Τήνο που τραυματίστηκε στη Νέα Ορλεάνη σε αυτοκινητιστικό και πέθανε αμέσως μετά στην Αθήνα.
«Αυτό το γράμμα το στερνό
απ’ το παλιό λιμάνι
στο γράφω τώρα που πονώ
για το Σταμάτη Κομνηνό
στη Νέα Ορλεάνη
Όταν περνάς Ωκεανό
μ’ Αύγουστο και φεγγάρι
να θυμηθείς τον Κομνηνό
που ήταν γεφύρι να περνώ
και στα στενά λυχνάρι»
Ο στίχος γράφτηκε “εν θερμώ” ως ανάμνηση “χαμένης αθωότητας” όπως ο ίδιος επισημαίνει.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ερμούπολη της Σύρου. Ο πατέρας του -όπως αναφέρθηκε- ήταν ναυτικός. Σε ηλικία 14 ετών μετακόμισε με την οικογένειά του από τη Σύρο στην Αθήνα και τα πρώτα επτά χρόνια κατοικούσαν στο Χαλάνδρι.
Το 1960 μετακόμισαν οικογενειακώς στο Νέο Ψυχικό. Το 1955 γνωρίστηκε με τον Άγγελο Τερζάκη ο οποίος τον ώθησε να παρακολουθήσει μαθήματα στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου ως ακροατής.
Το 1956 γράφτηκε στο τμήμα θεάτρου της Σχολής Σταυράκου με καθηγητές τον Χρήστο Βαχλιώτη, τον Γιώργο Θεοδοσιάδη και τον Γρηγόρη Γρηγορίου. Το 1960 στα Ιωάννινα, όπου βρέθηκε για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία, άρχισε να γράφει θεατρικά έργα και ποιήματα.
Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου
Μουσική: Γιάννης Σπανός
Πρώτη εκτέλεση: Γιώργος Νταλάρας
Σου γράφω πρώτη του Δεκέμβρη
είναι μεσάνυχτα βαθιά
κοιμάται ο κόσμος τώρα πια
μ’ έναν καημό που να μη σε βρει
Σε λίγο αρχίζουν μεταθέσεις
κι ίσως με φέρουν προς τα κει
Παρασκευή με Κυριακή
θά `χω καινούργιες υποσχέσεις
Μια κάρτα στέλνω στην παρέα
τη λίμνη του Αλή Πασά
εδώ σαν πιάνει να φυσά
θυμίζει Μάρτη στον Περαία

Ένας αυθεντικός λόγιος
Όσο διαβάζεις συνεντεύξεις του, τόσο ανακαλύπτεις σκέψεις και εμπειρίες που θέλεις να συμπεριλάβεις σ’ αυτό το αφιέρωμα – έστω κι αν δεν θα πεις κάτι καινούργιο. Όσο διαβάζεις το έργο του, τόσο νοιώθεις ότι μέσα του κρύβονται πράγματα που ποτέ δεν φανερώθηκαν. Από την πρώτη του συλλογή, τον «Συνοικισμό», με ποιήματα γραμμένα ανάμεσα στα 1954 και τα 1962…
Μυθιστορήματα, διηγήματα, ποιητικές συλλογές, θεατρικές προσπάθειες, καταγραφές με υλικό αρχείου για «Το θέατρο στην Ερμούπολη», για τη Σύρο γενικότερα, αλλά και για την Αθήνα ή το Χαλάνδρι όπου κυρίως έζησε… Κι ακόμα παιδικά βιβλία, φωτογραφικά λευκώματα, κείμενα για τα τραγούδια.
Και, βέβαια, κάπου 500 στίχοι για τραγούδια. 417 από αυτά, αν μέτρησα σωστά, επέλεξε να καταγραφούν στην έκδοση «Τα λόγια και τα χρόνια», ενώ – όπως σημειώνει – απέρριψε ο ίδιος κάπου 30, γιατί «ήταν αδύνατον να σταθούν οπουδήποτε» και άλλα τόσα γιατί «ήταν αδύνατον να ανακαλύψει τον δίσκο στον οποίο κυκλοφόρησαν ή ακόμα και αντίγραφο των στίχων».
«Ό,τι από σένα τώρα έχει μείνει
σε μια φωτογραφία της στιγμής
είναι αυτό που δεν τολμούν τα χείλη
σ’ εκείνο το τοπίο της βροχής»
Προφανώς, δεν ήταν δύσκολος στο να δίνει στίχους του. Σε κάθε κατεύθυνση… Βέβαια, οι δίσκοι που έχουν ολόκληροι δικούς του στίχους είναι μόλις 12. Σε άλλους 7 υπογράφει τον μεγαλύτερο αριθμό τραγουδιών. Αλλά οι συνθέτες, οι οποίοι έχουν μελοποιήσει τα τραγούδια που διάλεξε να περιληφθούν στον τόμο «Τα λόγια και τα χρόνια», είναι συνολικά 62. Και οι τραγουδιστές που τον τραγούδησαν… 107.
«Μια νυχτερίδα στη σκεπή
φυλάει το σπιτικό μου
ποιος άραγε θα σου το πει
να μάθεις τον καημό μου
Σου στέλνω χαιρετίσματα
κι ο άνεμος τα παίρνει
κι αν πέσουν και στα κύματα
πίσω ξανά τα φέρνει»
Ο ίδιος λέει:
«Πολλές φορές βλέπω στον ύπνο μου σκηνές από την παιδική μου ηλικία. Είμαι καθισμένος στην τάξη και με σηκώνει ο δάσκαλος να πω μάθημα και, βεβαίως, δεν ξέρω. Αυτός ο τρόμος τού να μην ξέρω το μάθημα, με ακολουθεί πάντα. Όπως και ο τρόμος των μαθηματικών.
Ως παιδί, στο δημοτικό διάβαζα ό,τι έπεφτε στα χέρια μου. Την εφημερίδα που παίρναμε καθημερινώς τη μάθαινα απ’ έξω. Το ίδιο και το αναγνωστικό, αλλά καλός μαθητής δεν υπήρξα ποτέ. Άργησα να μάθω ότι υπήρχαν βιβλία λογοτεχνίας.
Η Σύρος, όπου γεννήθηκα, δεν είχε καμία αίγλη, παρά μόνο απόλυτη φτώχεια. Ειδυλλιακές στιγμές θυμάμαι ελάχιστες, από εκδρομές που πηγαίναμε στα χωριά. Μου ‘ρχεται στη μνήμη η εικόνα απ’ όταν βγάζαμε αχινούς από τη θάλασσα, τους ανοίγαμε με προσοχή, ρίχναμε λεμόνι και τους τρώγαμε.
Η αστική τάξη είχε αποδράσει προ πολλού στην Αθήνα και αλλού. Τα αρχοντικά τους έρεβαν. Στην Κατοχή ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού πέθανε από την πείνα. Κατηγορούσαν τους Καθολικούς που είχαν τα χωράφια και τα καλλιεργούσαν, αλλά η σοδειά τους πήγαινε στους Γερμανούς και τους Ιταλούς.
Ο πατέρας μου ήταν ναυτικός και όταν ξέσπασε ο πόλεμος αποκλείστηκε στο εξωτερικό. Τον γνώρισα στα επτά μου, μετά την απελευθέρωση. Ξαφνικά, ήρθε ένας ξένος κι έμεινε στο σπίτι μας. Μέχρι τότε ήμασταν εγώ, η μικρότερη αδελφή μου και η μητέρα μου. Μετά, προστέθηκαν και άλλα δυο αδέλφια.
Πρωτοάρχισα να βλέπω θέατρο στην ηλικία των 12. Είδα μερικούς θιάσους επιθεωρησιακούς και κάποια μπουλούκια. Θυμάμαι σπουδαίους θεατρίνους που τους ξαναείδα αργότερα στην Αθήνα, όπως ο Κώστας Χατζηχρήστος, ο Κυριάκος Μαυρέας, που θεωρούνταν ο μεγαλύτερος Έλληνας κωμικός, η Μπέμπα Δόξα, μια δόξα πραγματική. Δεν ένιωθα ακόμα καμιά καλλιτεχνική τάση.
Εγώ, εκείνα τα χρόνια, έλεγα ότι θα γίνω μηχανικός στα καράβια. Δεν ήξερα τι σήμαινε αυτό. Όπως δεν ήξερα τι σήμαινε να είναι κανείς λογοτέχνης, μέχρι που άκουσα τη λέξη πρώτη φορά από έναν καθηγητή μου με αφορμή το θάνατο του Ξενόπουλου και κάτι σκίρτησε μέσα μου.
Έβγαλα τον Συνοικισμό, τη πρώτη μου ποιητική συλλογή, το 1962, με 1.500 δραχμές που μου έστειλε ο πατέρας μου. Τεράστια αποτυχία, αν και έγραψαν δυο-τρεις άνθρωποι. Θυμάμαι με μεγάλη συγκίνηση ότι έδωσα πέντε αντίτυπα στον Στρατή Φιλιππότη, όπως και στον κύριο Παπαδόπουλο, στο ελληνικό τμήμα του εξαίσιου βιβλιοπωλείου του Ελευθερουδάκη, γωνία Σταδίου και πλατεία Συντάγματος.
Μου ζήτησε κι έκανα μια μεγάλη αφίσα 50×70, την οποία έβαλε στη βιτρίνα. Πουλήθηκαν μερικά κι έτσι πήρα κάποια λεφτουδάκια. Τα υπόλοιπα αντίτυπα τα κατέστρεψα –η πρώτη από τις τρεις καταστροφές βιβλίων μου που έκανα– και κράτησα μόνο ένα.
Όταν με κάλεσε ο Μίκης Θεοδωράκης στη Νέα Σμύρνη να ακούσω τη μελοποίηση των τραγουδιών μου ένιωσα σαν να έπαιρνα το παράσημο της περικνημίδος! Δυστυχώς, ήταν λίγο πριν από τη χούντα και τελικά τα ηχογράφησε στο Παρίσι το 1971 με τον Αντώνη Καλογιάννη και τη Μαρία Δημητριάδη.
Ο Μίκης ήταν από τις λίγες περιπτώσεις που ενδιαφέρονταν για στίχους με κοινωνικά θέματα. Έκανε αντίσταση ακόμα και σε αυτό. Ακολουθούσαν ο Δήμος Μούτσης και ο Γιάννης Μαρκόπουλος, ο οποίος θέλησε να τραβήξει έναν νέο δρόμο στη δισκογραφία, κάτι που το κατόρθωσε και το επέβαλε. Έτσι ήταν και ο Μικρούτσικος και ο Νικολόπουλος. Στον καθένα έδινα εκείνο που του πήγαινε περισσότερο ως ψυχοσύνθεση και προσωπικότητα.
Καθιερώθηκα με τη «Θητεία» το 1974, αν και είχε γίνει μεγάλο άνοιγμα ήδη από το 1971 με τον «Άγιο Φεβρουάριο» και μετά με τα «Τροπάρια για φονιάδες» το 1977. Ιδανικό ερμηνευτή των τραγουδιών μου θα έλεγα τον Γιώργο Νταλάρα στο «Του κάτω κόσμου τα πουλιά και τα παγώνια». Ιδανικά, επίσης, είπε η Βίκυ Μοσχολιού τη «Μαρκίζα».
Πολλά από τα τραγούδια που έδινα μού τα επέστρεφαν και με το δίκιο τους. Αυτό σημαίνει ότι οι συνθέτες έχουν μυαλό και δεν είναι τα ζώα που λένε. Το να γράφεις τραγούδια είναι εντελώς διαφορετικό από την ποίηση ή τα πεζά»

Τραγούδια που έχουν εγγραφεί στη συνείδηση του κόσμου και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των σπουδαίων έργων που γράφτηκαν σ’ αυτόν τον τόπο (βλ. Κάτω από τη Μαρκίζα, Ο χάρος βγήκε παγανιά, Μαλαματένια λόγια, Ποιος τη ζωή μου, ποιος την κυνηγά, Του κάτω κόσμου τα πουλιά, Ο Αμλετ της Σελήνης και τόσα άλλα).
Φυσικά, δεν ξεχνάει ποτέ την αγάπη του για τα βιβλία. Πλείστες όσες ποιητικές συλλογές, αλλά και πεζογραφικά έργα συγκροτούν την πλούσια εργογραφία του. Το 2005 θα λάβει το Κρατικό Βραβείο για το μυθιστόρημά του Ο καιρός των χρυσανθέμων (εκδ. Μεταίχμιο) και το 2013 το Βραβείο του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.
Έντονα πολιτικοποιημένος, με την ευρεία έννοια του όρου, ο Μάνος Ελευθερίου θα αρνηθεί να ενταχθεί σε ένα συγκεκριμένο κόμμα, αν και συνειδητοποιεί πολύ νωρίς ότι ανήκει σ’ αυτό που λέμε γενικά (αλλά όχι αόριστα) «προοδευτικός».
«Αυτός που σπέρνει δάκρυα και πόνο
θερίζει την αυγή θανατικό
μαύρα πουλιά του δείχνουνε το δρόμο
Κι έχει τη ζωγραφιά κοντά στον ώμο,
σημάδι μυστικό και ριζικό
πως ξέφυγε απ’ τον Άδη κι απ’ τον κόσμο»
Μια και αναφερόμαστε σε αυτό το τραγούδι ας πούμε και την όμορφη ιστορία του:
Το 1970 συναντά τον Μάνο Ελευθερίου ο Γιώργος Ζαμπέτας. Τον είδε σ’ ένα στούντιο ηχογράφησης. Του λέει: «Έλα δω, ρε μάγκα. Τι κάνεις αυτόν τον καιρό;» Λέω: «Κάνω έναν δίσκο με τον Γιάννη Μαρκόπουλο». Του λέει: «Για πες ένα στιχάκι». Βγάζει ένα χαρτί από το ντοσιέ που είχε μαζί του και αρχίζει να του διαβάζει τους στίχους από το τραγούδι «Τα λόγια και τα χρόνια».
«Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα / και τους καημούς που σκέπασε καπνός / η ξενιτιά τα βρήκε αδελφωμένα»…
Όταν ο ποιητής τέλειωσε την απαγγελία, όταν δηλαδή του διάβασε όλο το κατεβατό, τρόμαξε ο άνθρωπος (Γ Ζαμπέτας) και του λέει: «Ρε μάγκα, αυτό δεν είναι τραγούδι. Είναι Έπος .Είναι κατάθεση στον Άρειο Πάγο!».
“Τα Λόγια και τα Χρόνια” σε στίχους Μάνου Ελευθερίου από την ποιητική συλλογή του “Τα ξόρκια” 1973 μελοποιήθηκαν μοναδικά από το Γιάννη Μαρκόπουλο.
Ο Μάνος Ελευθερίου μάς άφησε στις 22 Ιουλίου 2018. Ο Θάνατός του με βρήκε στην Αμοργό.
Θύμωσα…Στ αλήθεια θύμωσα!
Ήξερα ότι ο Μάνιος είχε πολλά να δώσει ακόμα.
Θυμάμαι με νοσταλγία δύο από τις στιγμές μας:
Η πρώτη όταν τον γνώρισα στον Ιανό στην εκδήλωση « Σάββατο 15 και τη Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014, η Αφροδίτη Μάνου τραγουδάει Μάνο Ελευθερίου» . Θυμάμαι του έκανα μια φιλοφρόνηση: κ. Ελευθερίου σας ευχαριστώ που μας ομορφαίνετε τη ζωή! Μου χαμογέλασε: με εσας κύριε Νομικέ έκανα πολύ καλή δουλειά καθώς η ψυχική ομορφιά σας ξεχειλίζει! απάντησε με εκέινο το λεπτό χιούμορ που συχνά γινόταν αυτοσαρκασμός!
Και κάποια στιγμή πάλι στον ίδιο χώρο του είχα χαρίσει ένα ποίημα (παρατίθεται στο τέλος) ανυπόγραφο και με κυνήγαγε κυριολεκτικά να το υπογράψω!
Ο Μάνος Ελευθερίου μέχρι το τέλος της ζωής του ήταν δημιουργικός και γινόταν ολοένα και καλύτερος. Τα μυθιστορήματά του, τα διηγήματά του, που είναι έργα πολύ πιο απαιτητικά ή και επίπονα, τα έγραψε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, και νομίζω αυτά αγάπησε πιο πολύ.
Δεν σταμάτησε ποτέ να είναι ερευνητής, μελετητής, κριτικός. Ο Μάνος Ελευθερίου «χάραζε» στη γραφή του , με το ξυράφι…γλυκά!! Έχουν περάσει επτά χρόνια από τον θάνατό του , αλλά όπως συμβαίνει με όλους τους μεγάλους δημιουργούς, η παρουσία του είναι ακόμη πιο έντονη τώρα.
Ο «φίλος» μου ο Μάνος –που τον έπαιρνα τηλέφωνο στις 12 του Μάρτη να του πω τα χρόνια πολλά- δεν πρόκειται ποτέ να μας αφήσει μόνους. Τον κουβαλάμε σαν σταυρό στα βάθη της καρδιάς μας!
Μήπως και κάποτε αποπληρώσουμε τα «χρέη» της, όπως έγραψε σε ένα στίχο που μελοποιήθηκε (Στ Κουγιουμτζής)
Αναχώρηση
(Στο Μάνο Ελευθερίου)
Όταν σαλπάρω και περάσω τα Βαπόρια(1)
Κτύπα του Αη Δημήτρη τη καμπάνα(2)
Παιδιά θα ξεσηκώνουν την αλάνα
Κορίτσια θα ανταμώνουν με αγόρια.
Μελίσσι χαρωπό θα μοιάζει η Σύρα
Όλο ζωή, χαμένη στο μελτέμι
Θα ξεφυσούν πιο πέρα οι ανέμοι
Και το φιλί θα σου γυρίσω , που σου πήρα.
Μη με προσμένεις πια, φεύγω χαμένος
Στου Κάβο Ντ όρο θα χωθώ τ’ άγριο μπουγάζι
Κι όσο το πέλαγο, τα φίδια του θα βγάζει
Στις αναμνήσεις μου θα ζω ναυαγισμένος.
(1)παραλιακή συνοικία της Ερμούπολης
(2) Εκκλησάκι πέρα από το Λιμάνι της Ερμούπολης που κτυπούν τη καμπάνα όταν το καράβι σφυρίζει φεύγοντας
Άγγελοι του Αρχιπελάγους – Εκδόσεις Πνοή
Τραγούδια (ενδεικτικά που έγιναν επιτυχίες:
Το παλληκάρι έχει καημό (Μ.Θεοδωράκης)
Σ’ αυτή τη γειτονιά (Μ.Θεοδωράκης)
Ο Άγιος Φεβρουάριος (Δ.Μούτσης)
Η σούστα πήγαινε μπροστά (Δ.Μούτσης)
Άλλος για Χίο τράβηξε (Δ.Μούτσης)
Ο χάρος βγήκε παγανιά (Δ.Μούτσης)
Τα χρέη της Καρδιάς σου (Στ Κουγιουμζής)
Θητεία (Γ.Μαρκόπουλος)
Μαλαματένια λόγια (Γ.Μαρκόπουλος)
Τα λόγια και τα χρόνια (Γ.Μαρκόπουλος)
Παραπονεμένα λόγια ( Γ.Μαρκόπουλος)
Κάτω απ’τη μαρκίζα (Γ.Σπανός)
Οι ελεύθεροι κι ωραίοι (Στ.Κουγιουμτζής)
Στα χρόνια της υπομονής (Στ.Κουγιουμτζής)
Του κάτω κόσμου τα πουλιά (Στ. Κουγιουμτζής)
Άμλετ της Σελήνης (Θ.Μικρούτσικος)
Δεν είμαι άλλος (Θ.Μικρούτσικος)
Είναι αρρώστια τα τραγούδια (Στ.Ξαρχάκος)
Έρημοι σταθμοί (Δ.Τσακνής)
Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες (Ηλ.Ανδριόπουλος)
Η Διαθήκη (Χρ.Νικολόπουλος)
Ποιος τη ζωή μου, ποιος την κυνηγά (Μ.Θεοδωράκης)
Το σπίτι γέμισε με λύπη (Χρ.Λεοντής)
Στων αγγέλων τα μπουζούκια (Χρ.Νικολόπουλος)
Μη χτυπάς σ’ ένα σπίτι κλειστό (Λ.Κηλαηδόνης)
Από τα μικρά ψαράδικα (Δ Μούτσης)
Στους μπαξέδες (Δ Μούτσης)
Ποιητικά έργα:
(2013) Μαύρα μάτια, Μεταίχμιο
(2013) Τα λόγια και τα χρόνια, Μεταίχμιο
(2010) Ο νοητός λύκος, Μεταίχμιο
(2009) Αγρυπνία για το σκοτεινό τρυγόνι στην εκκλησία του προφήτη Ελισσαίου, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2008) Βλέμματα από την Ελλάδα, Μεταίχμιο
(2008) Παραμονή Πρωτοχρονιάς, Άμμος
(2006) Το άγγιγμα του χρόνου, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2006) Το νεκρό καφενείο, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2005) Ένα καράβι, καραβάκι…, Σχολή Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου
(2005) Ο καιρός των χρυσανθέμων, Μεταίχμιο
(2004) Ο καιρός των χρυσανθέμων, Μεταίχμιο
(2003) Η πόρτα της Πηνελόπης, Γαβριηλίδης
(2002) Είναι αρρώστια τα τραγούδια, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2002) Ο ίσκιος της Αθήνας, Ποταμός
(2000) Η γάτα που ήθελε να γίνει πουλί, Ελληνικά Γράμματα
(1998) Του Γενάρη το φεγγάρι, Κέδρος [κείμενα, εικονογράφηση]
(1997) Ένα καράβι μια φορά, Ωκεανίδα
(1997) Το νεκρό καφενείο, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1994) Το άγγιγμα του χρόνου, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1987) Αναμνήσεις από την Όπερα, εκδόσεις Γνώση
(1983) Το μυστικό πηγάδι, εκδόσεις Γνώση
(1980) Μαθήματα μουσικής/Τα ξόρκια,1972 Επανέκδοση από τις εκδόσεις Ύψιλον
(1978) Τα όρια του μύθου, εκδόσεις Γνώση
(1975) Αγρυπνία για το σκοτεινό τρυγόνι στην εκκλησία του προφήτη Ελισσαίου, Αμοργός
(1973) Τα ξόρκια, Ύψιλον
(1972) Μαθήματα μουσικής
(1962) Συνοικισμός
Πεζογραφία
Μυθιστορήματα
(2004) Ο καιρός των χρυσανθέμων, Μεταίχμιο
(2006) Η γυναίκα που πέθανε δύο φορές, Μεταίχμιο
(2008) Άνθρωπος στο πηγάδι, Μεταίχμιο
(2011) Πριν απ’ το ηλιοβασίλεμα, Μεταίχμιο
(2016) Φαρμακείον εκστρατείας, Μεταίχμιο
Διηγήματα
(1964) Το διευθυντήριο, Φέξης
(1965) Η σφαγή
(2007) Η μελαγχολία της πατρίδας μετά τις ειδήσεις των οκτώ, Μεταίχμιο
Νουβέλα
(1994) Το άγγιγμα του χρόνου, Καστανιώτης
Μαρτυρίες-ιστορικά
(2002) Είναι αρρώστια τα τραγούδια (Ανθολόγηση κειμένων του συγγραφέα. Επιμέλεια σειράς Θανάσης Θ. Νιάρχος), Καστανιώτης
(2005) Η δεκαετία του ’60 (μαζί με τον Θανάση Θ. Νιάρχο, Καστανιώτης
(2013) Μαύρα Μάτια – Ο Μάρκος Βαμβακάρης και η συριανή κοινωνία στα χρόνια 1905-1920, Μεταίχμιο
Μελέτες-λευκώματα
Το θέατρο στην Ερμούπολη τον εικοστό αιώνα (τέσσερις τόμοι), Δήμος Ερμούπολης.
(2002) Ο ίσκιος της Αθήνας: Shadows of Athens (φωτογράφιση Εβίτα Μαχαίρα, μετάφραση Mary Kitroeff, κείμενα Μάνος Ελευθερίου), Ποταμός
Παιδικά
(1987 )Παραμύθια για τον Αυτοκράτορα, Γνώση
(1997) Ένα καράβι μια φορά (εικονογράφηση Σοφία Φόρτωμα), Ωκεανίδα
(1998) Του Γενάρη το φεγγάρι: Παραμύθια για τους δώδεκα (εικονογράφηση Μάνος Ελευθερίου), Κέδρος
(2000) Η γάτα που ήθελε να γίνει πουλί (εικονογράφηση Σοφία Φόρτωμα), Ελληνικά Γράμματα
(2005) Ένα καράβι, καραβάκι… (εικονογράφηση Μαθητές Α΄ δημοτικού 2004-2005 σχολής Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου), Εκδόσεις της Σχολής Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου
Θέατρο
(2007) Μπλε μελαγχολία. Σας αρέσει ο Μπραμς; Άλτιν (Μάνος Ελευθερίου, Μάρω Δούκα, Μένης Κουμανταρέας), Κέδρος
(2010) Ο Γέρος Χορευτής, Μεταίχμιο
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2013) Ημερολόγιο: Παιδιά του κόσμου, Εκδόσεις Γκοβόστη
(2013) Μακρουλάκης, Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη
(2012) Φύγε για να μείνεις, Οδοιπόρος
(2011) Στίχοι στο καβαλέτο, Εκδόσεις Τέχνης “Οίστρος”
(2011) Τα ποιήματα του 2010, Κοινωνία των (δε)κάτων
(2008) 3.000 χρόνια ελληνική ερωτική ποίηση, Εκδοτική Θεσσαλονίκης
(2008) Μαρία Μοντέζ, Αιγόκερως
(2007) Μπλε μελαγχολία. Σας αρέσει ο Μπραμς; Άλτιν, Κέδρος
(2005) Η δεκαετία του ’60, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2005) Το Χαλάνδρι που γνώρισα (19 Έλληνες συγγραφείς γράφουν για το Χαλάνδρι), Ευριπίδης
(2001) Μια πόλη, ένας συγγραφέας, Μίνωας
(1997) Έρωτας σε πρώτο πρόσωπο (29 ιστορίες που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα “Τα Νέα”), Αθήνα – Κέδρος
Επιμέλειες του συγγραφέα
(1981) Φωτογραφίες και σήματα Ελλήνων και ξένων φωτογράφων της περιόδου 1859-1910, εκδόσεις Γνώση
(1993) Ενθύμιο Σύρας φωτογραφίες και καρτ ποστάλ από το 1860-1950, εκδόσεις Γνώση
(2000) Νεοκλασική Ερμούπολη, (Επιμέλεια. Φωτογράφιση Παναγιώτης Δενδρινός, Νίκος Δεσύπρης, Ιάκωβος Καρβώνης κ.ά.) Ελληνικά Γράμματα
(2001) Ενθύμιον Σύρου: Σύρος ένα νησί – Μια ιστορία (Επιμέλεια. Καρτ ποστάλ και φωτογραφίες του 19ου και του 20ού αιώνα, μετάφραση Sophia Phocas), Ελληνικά Γράμματα
(2003) Κοκορέλη, Αργυρώ, Ο Μπαλού στο πάρκο, (εικονογράφηση), Μίλητος
(2004/2011) Ερμούπολη, Μια πόλη στη λογοτεχνία (Επιμέλεια Μάνος Ελευθερίου, επιμέλεια σειράς Κώστας Ακρίβος, φωτογράφιση Καμίλο Νόλλας) Μεταίχμιο