Ο Γιώργος Κογκαλίδης γράφει για το πώς θα μείνει ζωντανή η Ολυμπιακή Φλόγα που ξεκίνησε το ταξίδι της από την Αρχαία Ολυμπία για το Παρίσι εν μέσω πολέμων σε Γάζα και Ουκρανία
Το τελευταίο πράγμα που θα επιχειρούσα να κάνω ήταν να χλευάσω την πίστη κάποιων. Αν, μάλιστα, μέσα από αυτή την πίστη γίνονται καλύτεροι άνθρωποι, για μένα είναι ΟΚ. Το αντίθετο με εξοργίζει και ιστορικά στο όνομα των θρησκειών -δίχως κατ’ ανάγκη να φταίνε οι θρησκείες- έχουν γίνει οι πιο σκληροί πόλεμοι, είναι κάτι που θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν οι ανήκοντες στον χώρο.
Αν κάτι με… χαλάει είναι η προσπάθεια επιβολής τού υπερφυσικού. Ότι για παράδειγμα το Άγιο Φως ανάβει με έναν μαγικό τρόπο, παρότι η Ανάσταση δεν πέφτει κάθε χρόνο την ίδια ημερομηνία, θαρρώ ότι δεν αποτελεί ελκυστικό τρόπο προσέγγισης ανθρώπων, για να πιστέψουν σε κάτι πιο μεγάλο. Αλλά, αν πάλι αρέσει σε εκείνους που το ζουν, γιατί εγώ να τους το χαλάσω;
Το κακό είναι πως εξίσου αστεία έχει γίνει η ιστορία της Ολυμπιακής Φλόγας, η οποία ανάβει με κάθε επισημότητα, με τελετουργικά που παραπέμπουν στην Αρχαία Ελλάδα, με συζητήσεις μόδιστρων για το αν ήταν ενδεδειγμένη η επιλογή των ρούχων, άλλα ευτράπελα και μια διαδρομή μέχρι τον χώρο που θα φιλοξενήσουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Για ποιους Αγώνες και για ποια Φλόγα μιλάμε; Το «Παρίσι 2024» είναι η απόλυτη ασέβεια προς το Ολυμπιακό Πνεύμα. Δεν είναι η πρώτη, εικάζω ούτε η τελευταία, αλλά είναι ασέβεια. Το ότι θα γίνουν αγώνες «εκεχειρίας», τη στιγμή που συνεχίζεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, το Ισραήλ κάνει γενοκτονία στην Παλαιστίνη και με το Ιράν κάνουν παιχνίδια πολέμου, είναι ο ένας δείκτης αποτυχίας.
Ο Σηκουάνας, το εμβληματικό ποτάμι του Παρισιού, καταγράφει υψηλά ποσοστά ρύπανσης, γεγονός που προβληματίζει τους διοργανωτές των Αγώνων για το αν θα μπορέσουν (μάλλον όχι) να πραγματοποιηθούν οι αγώνες κι ο μαραθώνιος κολύμβησης.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν διαχρονικά η νίκη της ειρήνης απέναντι στον πόλεμο. Από παραβιάσεις αυτής της συνθήκης άλλο τίποτα. Έπρεπε να είναι μια φωνή παγκόσμιας διαμαρτυρίας, καθώς σε έναν κόσμο ανισοτήτων το μεγάλο, το ωραίο και το αληθινό έπρεπε να ξεχωρίζουν. Τι λες τώρα;
Η ντόπα πάει σύννεφο κι αυτό ακόμα και να κλείσουμε τα μάτια δεν μπορούμε να μην το δούμε. Διαχρονικά τα καθεστώτα επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τους Αγώνες και το κάνουν. Ακόμα και έτσι όμως, το κλάμα τού «Μίσα», όταν τέλειωναν οι Ολυμπιακοί τού 1980, έχει χαραχτεί ως εικόνα σε μας που το προλάβαμε. Με όλα τα στραβά εκείνης της εποχής.
Για να μείνει ζωντανή η Φλόγα πρέπει να γίνονται προσπάθειες εκεχειρίας (αν μη τι άλλο), πρέπει οι πόλεις που αναλαμβάνουν τη διοργάνωση των Αγώνων να σέβονται αθλητές και περιβάλλον, πρέπει οι Ολυμπιακοί Αγώνες να είναι ένας λόγος για να βελτιωθούν οι συνθήκες ζωής των πολιτών. Στο Παρίσι μάλλον δεν έχει συμβεί κάτι τέτοιο, οπότε το… άγιο φως της Ολυμπιακής Φλόγας τσάμπα καίει.