Ο Γιώργος Χελάκης γράφει για τα αντανακλαστικά που ΔΕΝ έδειξε το επιτελικό κράτος για τρίτη φορά μέσα σε λίγους μήνες
Όπως ήταν αναμενόμενο αρχίσαμε να διαβάζουμε και να ακούμε διάφορες μπούρδες σχετικά με την αντιμετώπιση λέει της οπαδικής βίας. Αφού πρώτα όσοι τις γράφουν, εκφράζουν τα θερμά τους συλλυπητήρια στην οικογένεια του δολοφονημένου Μιχάλη καταλήγουν τελικά να προτείνουν, τι άλλο, την αυστηροποίηση των ποινών.
Ας αφήσουμε στην άκρη ότι πουθενά στον κόσμο η αυστηροποίηση των ποινών δεν έλυσε το πρόβλημα της εγκληματικότητας. Το θέμα δεν είναι να τιμωρούμε το έγκλημα αλλά να δημιουργούμε τις συνθήκες εκείνες ώστε να μην υπάρχουν εγκληματίες. Αυτά βέβαια είναι ψιλά γράμματα για τους τηλε-δικαστές που για… κάθε νόσον και κάθε μ προτείνουν να γίνουν πιο αυστηρές οι ποινές. Στην προκειμένη περίπτωση το θέμα δεν είναι η οπαδική βία που ασφαλώς υπάρχει και δημιουργεί μεγάλα προβλήματα. Εδώ έχουμε να κάνουμε με εισαγόμενη φασιστική βία η οποία αντάμωσε με εγχώριους φασιστικός θύλακες. Ένα ποδοσφαιρικό ματς ήταν η αφορμή για να εκδηλωθεί.
Οι οπαδοί της Ντιναμό Ζάγκρεμπ δεν είναι απλά ένα μικρό οργανωμένο σύνολο φανατικών υποστηρικτών μιας ομάδας. Είναι ένα φασιστικό δίκτυο με πρόσβαση στον κρατικό μηχανισμό της Κροατίας. Έχει πολιτική κάλυψη και δρα μέσα στο πολιτικό προσωπικό της χώρας. Η UEFA της οποίας η γούνα έχει καεί ενήργησε με σχετική ταχύτητα και ξέροντας περί τίνος πρόκειται απαγόρευσε τη μετακίνηση των οπαδών. Οι ελληνικές αρχές είχαν ειδοποιηθεί έγκαιρα και ήξεραν τις προθέσεις αυτής της μερίδας οπαδών της Ντιναμό Ζάγκρεμπ. Αλλά ακόμα και να μην ήξεραν τίποτα ακόμα και αν η UEFA δεν είχε πάρει την απόφαση απαγόρευσης μετακινήσεων, το υπουργείο Εξωτερικών και η ΕΥΠ θα έπρεπε να έχουν ενεργήσει. Κι όμως. Ενώ όλα αυτά ήταν γνωστά, η ελληνική αστυνομία κοιμήθηκε τον ύπνο του δικαίου.
Η καρατόμηση των κατά τόπους διευθυντών της Τροχαίας δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Αντίθετα, συσκοτίζει την κατάσταση. Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη κ. Οικονόμου έπρεπε να γνωρίζει ότι το θέμα που είχε μπροστά του δεν ήταν καθαρά αστυνομικό. Είχε πολιτικές προεκτάσεις και σαν τέτοιο έπρεπε να το αντιμετωπίσει. Δεν κοιμήθηκε μόνο η αστυνομία, κοιμήθηκε και το υπουργείο του και συνολικά η κυβέρνηση. Όλα τα στοιχεία που έρχονται στο φως πιστοποιούν την μνημειώδη αδράνεια και τις τερατώδεις ευθύνες της Ελληνικής Πολιτείας για την εντόπιση για την αντιμετώπιση μιας οργανωμένης εφόδου στην Ελληνική Επικράτεια. Όλα τα άλλα είναι κουβέντα να γίνεται.
Να συζητήσουμε για την οπαδική βία, να συζητήσουμε για τις ευθύνες των παραγόντων του ελληνικού ποδοσφαίρου, του Τύπου. Να εξατομικεύσουμε τις ευθύνες αλλά εδώ δεν πρόκειται για κάτι τέτοιο. Εδώ πρόκειται για την κατάρρευση του αφηγήματος περί του επιτελικού κράτους. Το αφήγημα αυτό μέσα σε πέντε μήνες έχει καταρρεύσει κάνοντας πάταγο τρεις φορές. Η πρώτη ήταν με το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη. Η δεύτερη ήταν με τις φωτιές που έφτασαν μέχρι τη στρατιωτική αποθήκη πυρομαχικών στην Αγχίαλο. Η τρίτη ήταν με την έφοδο των φασιστών από την Κροατία στο ελληνικό έδαφος και εν τέλει στη Νέα Φιλαδέλφεια.
Για να αποδειχθεί ότι είτε είναι σε διακοπές είτε κάνουν μπάνιο είτε χορεύουν ζεϊμπέκικο είτε απλώς βρίσκονται στο γραφείο τους, τα κυβερνητικά στελέχη είναι ανίκανα να ανταποκριθούν ακόμα και στα στοιχειώδη καθήκοντά τους…