Τα ελληνικά προϊόντα ιχθυοκαλλιέργειας βρίσκονται σταθερά στις δύο πρώτες θέσεις σε αξία εξαγωγών, ενώ στον κλάδο δραστηριοποιούνται 750 επιχειρήσεις οι οποίες προσφέρουν εργασία σε περίπου 10.000 άτομα, όπως τόνισε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων

Οι ιχθυοκαλλιέργειες δεν είναι «ο φτωχός συγγενής της αγροτικής πολιτικής», αλλά ένας ισότιμος και ισόβαθμος πυλώνας της αγροτικής οικονομίας, με ισχυρές προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης, ανέφερε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Τσιάρας, κατά την ομιλία του στο συνέδριο για τις ιχθυοκαλλιέργειες με θέμα «Προσδιορίζοντας ένα ανθεκτικό μέλλον», το οποίο διοργανώθηκε με την υποστήριξη της Ελληνικής Οργάνωσης Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας (ΕΛΟΠΥ).

Όπως σημείωσε ο κ. Τσιάρας, το 70%-80% των προϊόντων του κλάδου εξάγεται, ενώ η συνεισφορά του στο εθνικό προϊόν ξεπερνά το 1 δισ. ευρώ. Επιπλέον, τόνισε πως τα ελληνικά προϊόντα ιχθυοκαλλιέργειας βρίσκονται σταθερά στις δύο πρώτες θέσεις σε αξία εξαγωγών, ενώ στον κλάδο δραστηριοποιούνται 750 επιχειρήσεις οι οποίες προσφέρουν εργασία σε περίπου 10.000 άτομα.

Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων επεσήμανε ότι απαιτείται διαφανής οριστική χωροθέτηση, που αποτελεί ίσως το σημαντικότερο αγκάθι στην περαιτέρω ανάπτυξη της ιχθυοκαλλιέργειας στη χώρα μας.

Έκανε αναφορά στις νέες προκλήσεις που υπάρχουν και έχουν σχέση με τις νέες, δύσκολες, οικονομικές συνθήκες, την απουσία απλοποιημένου και σταθερού πλαισίου λειτουργίας του κλάδου, την κλιματική κρίση και τον αυξανόμενο ανταγωνισμό με τρίτες χώρες.

Για τη αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων, ο κ. Τσιάρας υπογράμμισε ότι απαιτούνται πρόσθετα κίνητρα και πρωτοβουλίες, όπως η δημιουργία ισχυρών εμπορικών σημάτων, η βελτίωση της υπάρχουσας τεχνογνωσίας μέσω της ενίσχυσης της έρευνας και της καινοτομίας, καθώς και η δυνατότητα ανάπτυξης φιλικότερων προς το περιβάλλον μορφών και μεθόδων υδατοκαλλιέργειας, αλλά και η περαιτέρω ενίσχυση των επιχειρήσεων μέσω ενωσιακών και εθνικών προγραμμάτων.

Επιπλέον, ο αρμόδιος υπουργός στάθηκε στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας και Θάλασσας 2014-2020, από το οποίο, έως τις 14 Ιουνίου 2024, είχαν γίνει πληρωμές ύψους 481.091.002 ευρώ, καλύπτοντας το 95,50% του προϋπολογισμού, αλλά και από το νέο πρόγραμμα «Αλιεία, Υδατοκαλλιέργεια και Θάλασσα 2021- 2027», προϋπολογισμού 519.637.180 ευρώ.

Όπως σημείωσε, στο πλαίσιο του Προγράμματος Αλιείας, Υδατοκαλλιέργειας και Θάλασσας (ΠΑΛΥΘ) 2021-2027, ήδη έχουν εκδοθεί 15 προσκλήσεις συνολικής δημόσιας δαπάνης 184.270.000, που αντιπροσωπεύουν το 35,46% της συνολικής δημόσιας δαπάνης.

Επιπλέον, ήδη έχει ενεργοποιηθεί στο σύνολό της η Προτεραιότητα 3 «Ενθάρρυνση μίας βιώσιμης γαλάζιας οικονομίας σε παράκτιες και νησιωτικές περιοχές καθώς και σε περιοχές εσωτερικών υδάτων, και προώθηση της ανάπτυξης κοινοτήτων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας», με βάση την οποία έχουν αξιολογηθεί 14 προτάσεις Στρατηγικών Τοπικής Ανάπτυξης, συνολικής δημόσιας δαπάνης 74.050.000 ευρώ.

Ο κ. Τσιάρας δεσμεύθηκε για «έναν ανοιχτό δίαυλο ειλικρινούς συνεργασίας, ώστε να χαρτογραφήσουμε αναλυτικά όλα τα προβλήματα, προκειμένου να χαράξουμε έναν βατό οδικό χάρτη μεταρρυθμίσεων που θα δώσουν στον κλάδο την ευκαιρία που δικαιούται».

Τέλος, προέτρεψε για τη συγκρότηση Διεπαγγελματικής Οργάνωσης καθώς οι συγκεκριμένες οργανώσεις αποτελούν τους επίσημους συνομιλητές της ΕΕ.